- Η ΑΛΛΗ ΟΨΙΣ - https://alopsis.gr -

Το όπιο του λαού (Απόστολος Παπαδημητρίου)

Ο πρόσφατος φόνος νεαρού από φανατισμένο οπαδό αντίπαλης ομάδας ποδοσφαίρου έφερε για λίγο στο προσκήνιο το σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα του φανατισμού των οπαδών των ομάδων, ποδοσφαιρικών πρωτίστως, καθώς το ποδόσφαιρο είναι το πιο δημοφιλές άθλημα.

Όταν ήμασταν παιδιά, πριν από 60 έτη, μοιραζόμασταν το ίδιο γήπεδο, στο οποίο κατά Κυριακή αγωνιζόταν η τοπική ομάδα. Παρακολουθούσαμε τις προπονήσεις της με προπονητή κάποιον που προσφερόταν εθελοντικά να εξασκεί τους παίκτες. Κι εκείνοι φορούσαν τις στολές τους αφήνοντας κατά γης τα ρούχα τους. Μην είχαν τάχα κάτι στις τσέπες τους, για να το κλέψουν; Κι όταν νικούσαν τους αντιπάλους ένα πιάτο φαγητού ή ένα γλύκισμα ήταν η αμοιβή τους. Γι’ αυτό κατέβαλλαν όλες τους τις δυνάμεις. Υπήρχε όμως και κάτι κακό ήδη από τότε, ο φανατισμός. Αυτός μετέτρεπε τάχιστα τους φιλάθλους σε τυφλωμένους οπαδούς. Ποια η διάκριση; Ο φίλαθλος απολαμβάνει το θέαμα, χειροκροτεί κάθε καλή ενέργεια και, στο τέλος, εκείνον που στέφεται νικητής του αγώνα. Ο οπαδός υποφέρει, καθώς διακαής πόθος του είναι να νικήσει η ομάδα του και μόνο. Τι κι αν είναι κατώτερη; Πρέπει να νικήσει. Πώς; Με αντιαθλητικό παιχνίδι, με ψυχολογικό επηρεασμό των αντιπάλων και των διαιτητών, με δωροδοκία τέλος, αν ο αγώνας είναι βαθμολογικά κρίσιμος.

Με την προϊούσα εμπορευματοποίηση των πάντων, το ποδόσφαιρο μετετράπη από ερασιτεχνικό σε επαγγελματικό! Όμως σε κάθε επαγγελματική δραστηριότητα, η οποία οργανώνεται από ιδιώτες, εμφιλοχωρεί το πάθος του κέρδους. Στον αρχικό φανατισμό των οπαδών ήλθε να προστεθεί φανατισμός με τον εκμαυλισμό τους από μέρους των παραγόντων, που ελέγχουν τις επιχειρήσεις – αθλητικούς ομίλους. Αυτοί ευνόησαν την οργάνωσή τους σε συνδέσμους με στόχο τη συμπαράσταση κατά τους αγώνες. Αλλά δεν περιορίστηκαν σ’ αυτό. Υπέθαλψαν την αντιπαράθεση προς οπαδούς άλλων ομοειδών επιχειρήσεων, αντιπαράθεση, η οποία εξελίχθηκε με την πάροδο του χρόνου σε πραγματικές μάχες μέσα και έξω από τα γήπεδα, αλλά και σε άλλους χώρους με θύματα κατά καιρούς. Ας θυμηθούμε την τραγική κατάληξη αντιπαράθεσης οπαδών οπαδών αγγλικής και ιταλικής ομάδων στο Βέλγιο με θύματα 39, Ιταλούς κυρίως (1985). Οι διοικούντες μεγάλες ποδοσφαιρικές επιχειρήσεις αποκτούν πολιτική δύναμη, δύναμη που απορρέει από την οικονομική τους επιφάνεια αλλά και από το πλήθος των τυφλωμένων οπαδών, αυτών που θεοποιούν την ομάδα τους και αναγράφουν επιβεβαιωτικά συνθήματα στους τοίχους. Σε οικοδομή της γειτονιάς μου είναι γραμμένη από ετών η ομολογία πίστης: «Άρης θρησκεία». Κάποιος επενέβη, για να επαναφέρει στη βάση της λογικής τον γράψαντα και τους επιδοκιμάζοντες το γραφέν προσθέτοντας: «Ξυπνάτε ζώα, σας κλέβουν τις ζωές». Μάταιος κόπος. Μετά από καιρό κάποιος διέγρεψε το «Αρης» αναγράφοντας «ΠΑΟΚ». Οι τυφλωμένοι οπαδοί συνοδεύουν την ομάδα στις εκτός έδρας αναμετρήσεις της, αγοράζουν, ακόμη και με στερήσεις, τα εισιτήρια όλων των αγώνων της χρονιάς προκαταβολικά! Δημιουργούν πολεμική ατμόσφαιρα στο στάδιο ώρες πριν από την έναρξη τους αγώνα, μεθούν και προκαλούν τους οπαδούς της αντίπαλης ομάδας, συμπλέκονται μαζί τους, παρά τα δρακόντεια μέτρα ασφαλείας, καταστρέφουν τα πάντα σε περίπτωση ατυχούς αποτελέσματος. Και η Πολιτεία διαθέτει για την αποτροπή των βιαιοτήτων αστυνομικούς, τους οποίους αποσπά από τις οικογένειές τους, για να περιφρουρούν την τάξη σε ιδιωτικούς χώρους εμπορικών επιχειρήσεων. Είναι καιρός να επωμισθούν οι επιχειρήσεις τη δαπάνη της επιτήρησης των φανατισμένων από τους παράγοντες αυτών οπαδούς. Ποιος όμως υπουργός, δέσμιος παραγόντων και οπαδών θα τολμήσει αυτό; Οι χρηματοδοτήσεις των παραγόντων προς τα κόμματα είναι σημαντικές και οι ψήφοι των οπαδών διόλου ευκαταφρόνητες. Πόσες φορές ομόφωνα αποφασίστηκε στη Βουλή η διαγραφή χρεών αθλητικών συλλόγων –επιχειρήσεων!  Έτσι αυτές διαθέτουν υπέρογκα ποσά, για να μισθώνουν από το διεθνές εμπόριο ικανούς ποδοσφαιριστές, ώστε να προσφέρουν πιο εντυπωσιακό θέαμα και να προσελκύουν οπαδούς, αλλά και να απολαμβάνουν περισσότερα κέρδη. Ο οπαδός δεν θέτει στον εαυτό του το ερώτημα: Θα βγάλει ο πατέρας μου εργαζόμενος όλη του τη ζωή, όσα το είδωλό μου απολαμβάνει σε ένα μήνα;

Και ενώ έντονη είναι η επιχείρηση εθνικού αποχρωματισμού των λαών, εντείνονται όμως περιέργως οι διεθνείς αναμετρήσεις μεταξύ χωρών. Σ’ εκείνες των ομάδων έχουμε αναμετρήσεις χρυσοπληρωμένων μισθοφόρων, στις άλλες όμως, των εθνικών ομάδων, διακυβεύεται, όπως πιστεύεται, το εθνικό γόητρο. Οι οπαδοί είναι πλέον σχεδόν οι μόνοι που ξεχύνονται με το εθνικό μας σύμβολο στους δρόμους μετά από κάθε επιτυχία της ομάδας μας! Τότε και μόνον τότε κάποιοι δηλητηριασμένοι και δηλητηριώδεις διεθνιστές βρίσκουν αφορμή να χλευάσουν και να ειρωνευτούν αυτούς και τη σημαία μας! 

Κατά την περίοδο της πλαστής ευμάρειάς μας διαθέσαμε και εμείς σημαντικά ποσά για την ανάδειξη του αθλήματος. Καταφέραμε μάλιστα να κατακτήσουμε και ευρωπαϊκό τίτλο! Κατακτήσαμε και άλλους τίτλους όπως σε διεθνείς διαγωνισμούς μαθηματικών, φυσικής και αστρονομίας. Αυτοί όμως ουδόλως προβλήθηκαν! Ήταν χωρίς νόημα για την εθνική μας υπερηφάνεια! Το ποδόσφαιρο και η καλαθοσφαίριση αντιπροσωπεύουν τον νέο ελληνισμό. Για μικρό διάστημα επεκταθήκαμε και σε άλλα αθλήματα, όπως στίβου και άρσης βαρών, καθώς μας επέτρεπε ο αλόγιστος δανεισμός να σπαταλούμε για ειδικά σκευάσματα, ως τότε κτήμα μόνο των αθλητών των οικονομικά ισχυρών χωρών. Έσβησαν τα φώτα των αγώνων και απομείναμε τώρα άνεργοι και πεινασμένοι, γι’ αυτό και αποστέλλουμε στα πέρατα της γης τους επιστήμονές μας, που μόχθησαν για τις σπουδές τους οι γονείς και δαπάνησε το Κράτος μας.

Ο Μαρξ είχε τονίσει ότι η θρησκεία είναι το όπιο του λαού. Από τότε που οι κοινωνικές εξελίξεις επέφεραν τον μετριασμό της επιρροής της θρησκευτικής πίστης στις δυτικές κοινωνίες, ανεπτυγμένες και υπανάπτυκτες οικονομικά, υπερεπλεόνασαν τα πάσης φύσεως ναρκωτικά και όχι μόνο εκείνα, που συνήθως έτσι αποκαλούνται, φυτικά ή χημικά σκευάσματα. Το ποδόσφαιρο κατέχει κυρίαρχη θέση μεταξύ αυτών. Και συμβαίνουν αυτά, διότι οι κρατούντες θέλουν τη νεολαία να μην ενδιαφέρεται για τα πραγματικά της προβλήματα, αλλά να εκτονώνεται με «ιδεολογικούς αγώνες» στα στάδια!

 

«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»