- Η ΑΛΛΗ ΟΨΙΣ - https://alopsis.gr -

Πατρότητα (Χρήστος Γιανναράς)

Aπὸ τὴ σκοπιὰ τοῦ ἄντρα: Μιὰ ἐφήμερη ὀλιγόμηνη δυσμορφία στὸ σῶμα τῆς γυναίκας, κάποιες ὧρες ἀγωνίας γιὰ τὴν ἰατρικὴ ἐπέμβαση, καὶ ξαφνικὰ βλέπεις μπροστά σου ἕνα ζωντανὸ πλασματάκι, ποὺ πρέπει νὰ πεισθεῖς ὅτι εἶναι «δικό σου», ὅτι σπάρθηκε ἀπὸ τὸ κορμί σου.

Ἡ καινούργια παρουσία κατακλύζει τὴν εἰκοσιτετράωρη καθημερινότητά σου. Ὅλα ὑποτάσσονται στὶς προτεραιότητες ποὺ ἐπιβάλλει ὁ μικροσκοπικὸς εἰσβολέας, μέρα καὶ νύχτα. Ὁ σωματικὸς κόπος πολύς, ἔγνοιες καὶ φροντίδες γιὰ ἐντελῶς πρωτόγνωρα πράγματα.

Καὶ κάποτε τὸ πλασματάκι ἀρχίζει νὰ σοῦ χαμογελάει. Κοιτάζει ἐσένα καὶ χαμογελάει. Ἔναυσμα διαλόγου ἄνισου, ἀλλὰ συναρπαστικοῦ: ἐσὺ μὲ λόγια, χειρονομίες, μορφασμούς΄ ὁ ἄλλος μόνο ἕνα αἰνιγματικὸ χαμόγελο. Ὅμως σὲ συνεπαίρνει. Αὐτὸ ποὺ βεβαίωνε μόνο τὸ μυαλό, γίνεται ἀνεπαίσθητα ἐμπειρικὴ αἴσθηση: ἔχεις παιδί.

Ἡ εἰσβολὴ στὴ ζωή σου ἐξελίσσεται σὲ ὁλοπρόθυμη καὶ αὐτονόητη μοιρασιὰ τῆς ζωῆς σου. Τίποτα πιὰ δὲν σοῦ ἀνήκει ἀποκλειστικά, οὔτε ὁ ὕπνος σου. Μοιράζεσαι τὴν ὕπαρξή σου, κυριολεκτικὰ καὶ ἔμπρακτα. Ξανασυλλαβίζεις ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τὸ καθετί, ὅλη σου ἡ ἔγνοια εἶναι νὰ γίνει ὁ λόγος σου διάλογος μὲ αὐτὸν τὸν κυρίαρχο τῶν ἐνδιαφερόντων σου ἑταῖρο.

Καὶ ὅταν ὁλοκληρωθεῖ ἀνεπαίσθητα ἡ δεύτερη αὐτὴ γέννα, ἡ συγκρότηση τῆς γλώσσας, τότε ἀρχίζει ἡ κυρίως μέθη τῆς πατρότητας. Κανένας ποτὲ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ σὲ πείσει ἀπὸ πρὶν γιὰ τὴ συναρπαγὴ αὐτῆς τῆς μέθης.

Μὲ τὸ δεύτερο παιδὶ ἴδια πορεία, ὅμως ὁλοκαίνουργια. Συμπλέκεται μὲ τὴν πρώτη σὲ κοντσέρτο. Δὲν ξέρω τί γίνεται μὲ τὸ τρίτο, τὸ ἕκτο, τὸ δωδέκατο – φαντάζομαι ἀπαρομοίαστη τὴ συμφωνικὴ ἐνορχήστρωση. Πάντως ἐνέργημα ἀποκαλυπτικότερο δὲν ὑπάρχει στὴ ζωή, ἀκόμα καὶ οἱ συνθέσεις τοῦ Mozart ἢ οἱ πίνακες τοῦ Goya εἶναι πρωτόλεια δημιουργίας σὲ σχέση μὲ τὸ νὰ ἀναστήσεις ἕνα παιδί. Καὶ δὲν ρητορεύω.

Δῶρο χαρισμένο ἀδιάκριτα σὲ σοφοὺς καὶ ἄσοφους, σὲ γραμματισμένους καὶ ἀναλφάβητους, σὲ ἰδιοφυΐες καὶ μετριότητες. Δίχως προαπαιτούμενα.

Θυμάσθε τὸ «κρυφτὸ» μέσα στὸ σπίτι; Ἀκούω ἀκόμα τὰ τρεχαλητά σας βήματα, «νὰ βροῦμε τὸν πατερούλη», σὲ κάθε γωνιὰ καὶ δωμάτιο. Εἶχα ταλέντο, ἐπινοητικότητα ἄφθαστη σὲ αὐτὸ τὸ παιχνίδι. Αἴσθηση σωματικὴ ἀνεξίτηλη καὶ τὰ μικρά σας χεράκια, καθὼς τὰ χούφτιαζα γιὰ νὰ τὰ σαπουνίσω, νὰ σᾶς πλύνω καὶ τὸ προσωπάκι. Σὲ ποιά πραγματιοκότητα παραπέμπει αὐτὴ ἡ ζωντανὴ αἴσθηση τῆς ἁφῆς; Τί εἶναι μνήμη καὶ τί ἀμεσότητα ζωῆς; Τὰ τρυφερὰ μέλη τοῦ παιδικοῦ σας κορμιοῦ, τὸ φιλὶ καὶ τὸ χάδι τῆς δικῆς μου μητέρας ποὺ ἔχει περάσει πιὰ στὴν ἀντίπερα ὄχθη, εἶναι παρὸν γιὰ μένα μὲ ἁπτὴ ἐνάργεια. Παρὸν-παρουσία – ἡ παρουσία δὲν ἔχει ἡλικία καὶ χρόνο.

Κάθε βράδυ τὸ παραμύθι γιὰ τὸν κύριο Γδυσίδη ἦταν τὸ δέλεαρ γιὰ νὰ φτάσετε ἀπὸ τὸ παιχνίδι στὸ κρεβάτι. Κάθε βράδυ ἡ φαντασία ὀργίαζε μὲ καινούργια εὐρήματα. Ἀκολουθοῦσαν σταθερὰ οἱ περιπέτειες τοῦ ἱππότη Ροδρίγου – ἀχαλίνωτο τὸ μυαλό μου ἔπλαθε ἐπεισόδια γιὰ νὰ μὴν διακοπεῖ τὸ ἀτέλειωτο παραμύθι. Παραδείσια σχέση, ποὺ ἀκόμα καὶ τὴν πιὸ ἀβάσταχτη κούραση τὴν παρηγοροῦσε εἰρηνικά.

Μοιρασιὰ τῆς ζωῆς μὲ αἰσθήσεις ἀναλλοίωτες ἀπὸ τὸν χρόνο: κούνιες καὶ τραμπάλες στὰ πάρκα τῆς Γενεύης, παιχνιδάδικα τῆς Ἀθήνας, ἀγῶνες δρόμου χρονομετρημένοι στὸ μικρὸ ἀλσύλιο τῆς Νέας Σμύρνης, κολύμπια ἀτέλειωτα καὶ παιχνίδια μὲ τὴν ἄμμο στὸ Τσιρίγο. Πρωινὰ στὴ στάση γιὰ τὸ σχολικό, ἔγνοιες γιὰ τὰ μαθήματα, ἀγω- νίες καὶ ξαφνικὲς τρομάρες μὲ χτυπήματα καὶ μικροαρρώστιες, καρδιοχτύπια γιὰ τὶς περιπέτειες τῆς ἐφηβείας.

Τί θὰ ἦταν ἡ ζωή μου χωρὶς τὸν Σπυριδώνη καὶ τὸν Ἀναστάση, τί ἄλλο πιὸ πραγματικὸ εἶναι ἡ ζωή μου ἔξω ἀπὸ αὐτὰ τὰ δυὸ παιδιὰ ποὺ ἄνθησαν στὸ σπίτι μου; Ὅποια ἄλλη ἀνθρώπινη σχέση λειτούργησε μέσα μου σὰν τομὴ ἀνεξίτηλη, ἀποκαλυπτικὴ τῶν οὐσιωδῶν τῆς ζωῆς, ἀποδείχτηκε τελικὰ δυσκράτητη ἢ ἀναφής. Τὰ παιδιά μου εἶναι ἡ πιὸ σταθερὴ καὶ μακροπρόθεσμη ἐπένδυση σὲ ἀποκαλύψεις.

(Ἀπὸ τὸ αὐτοβιογραφικὸ φήγηµα «Τ καθ΄ἑαυτόν», κδόσεις καρος)

(Πηγή ηλ. κειμένου: «Πειραϊκή Εκκλησία» Σεπτέμβριος 2010)