- Η ΑΛΛΗ ΟΨΙΣ - https://alopsis.gr -

Ηλίας Μπαζίνας: «Ο πρωταθλητισμός είναι διαταραχή» (Σωτήρης Κακίσης)

Το ξέσπασμα ψυχής, περί ντόπινγκ και όχι μόνο, ενός φωτισμένου Ελληνα που έχει αφιερώσει στον αθλητισμό τη ζωή του. Ολον αυτόν τον καιρό βρέθηκε σε κάθε είδους εκπομπή -ρα­διοφωνική ή τηλεοπτική- για να πει κι αυτός σαν ειδικός τη γνώμη του για τα τελευ­ταία γεγονότα με τα αναβο­λικά. Ο κόσμος ξαφνικά σαν να ξύπνησε και θέλει απαντήσεις: πώς, γιατί, ποιος φταίει που φτάσαμε εδώ, από το ζενίθ στο ναδίρ της εθνικής περηφάνιας, πώς προχωρήσαμε τό­σο βαθιά στα πιο σκοτεινά πελάγη του πα­γκόσμιου πρωταθλητισμού. Τι να πρωτοπείς όμως, τι να τους απαντή­σεις; Γιατί ο Ηλίας Μπαζίνας (*), ο επί πολλά χρό­νια επίμονος και καθημερινός αθλητικογρά­φος, ο από τα νιάτα του με τον αθλητισμό σο­βαρά και με επίγνωση ασχολούμενος, έχει από­ψεις που πάνε πολύ πιο πέρα από τις τρέχου­σες επικινδυνότητες. Ενδιαφέρεται να μιλήσει για πράγματα πραγματικά λυτρωτικά του ιδιόρ­ρυθμου ψυχισμού αυτού εδώ του λαού. Για το πώς θα ήμασταν αλλού, αν άλλα, πολύ πιο ση­μαντικά θέματα, τόσο επιπόλαια, τόσο ανεύ­θυνα δεν περιφρονούσαμε. Βρισκόμαστε ενώπιον ενός… φοβερού λάθους, κύριε Μπαζίνα; Τι να σας πω, κύριε Κακίση; Απορία ψάλτου, βηξ.

Για το τι γίνεται, για το τι γινόταν όλα αυτά τα χρό­νια στον αθλητισμό μας, άλλοι σαν να ξέρουν, κι άλλοι σαν να μην ήξεραν καθόλου; Πώς να μην ήξεραν καθόλου; Αυτό δεν το χωράει το δικό μου το μυαλό. Υπάρχει άνθρω­πος εδώ γύρω που πιστεύει πως μπορεί να υπάρ­ξει πρωταθλητισμός χωρίς υποβοήθηση; Αυτό το πράγμα πρέπει να το βγάλουμε από τη μέση, να τ’ αφήσουμε πίσω μας, για να δούμε τι θα κά­νουμε. Ο πρωταθλητισμός είναι βαρύτατη νό­σος. Μείζων νόσος. Μείζων διαταραχή του αν­θρώπινου οργανισμού, του ψυχισμού του αν­θρώπου. Είναι υπέρβαση των ορίων του αν­θρώπου και μετάλλαξή του σε κάποιον άλλον άνθρωπο, ξένο. Αυτό το πράγμα μπορεί να γί­νει χωρίς ωδίνες;

Φοβάμαι πως όχι. Υπάρχει τοκετός χωρίς ωδίνες; Κι εδώ μι­λάμε για ωδίνες οδυνηρότατες, αλλά και με βαρύτατες επιπτώσεις στη συνέχεια. Μάλι­στα, και χωρίς τα φάρμακα, ο πρωταθλητι­σμός συνεπάγεται μεγάλη επιβάρυνση του κάθε οργανισμού.

Π.χ. μεγαλοκαρδία; Ακριβώς. Και σίγουρα πόνους αμέτρητους στο κορμί, που με το πέρασμα των ετών χειρο­τερεύουν. Είδατε τι είχαν πάθει οι ποδοσφαιρι­στές στην Ιταλία λόγω της πολυφαρμακίας: οι τρομερές καθημερινές τους ανάγκες τους οδη­γούσαν σε ένα σωρό -νόμιμα συνήθως- χάπια, είτε παυσίπονα είτε μυοχαλαρωτικά, είτε οτι­δήποτε άλλο, που όμως έκαναν απίστευτη ζη­μιά στον οργανισμό τους.

Και το ποδόσφαιρο είναι πολύπλοκο σωματικά. Δεν φτάνουν, όπως στην άρση βαρών, τα ανα­βολικά… Ναι. Γιατί το ποδόσφαιρο θέλει και έκρη­ξη και δύναμη και ταχύτητα, αλλά και καθαρό μυαλό.

Κι η κοκαΐνη σπεύδει τότε να το υποστηρίξει; Ασφαλώς. Χώρια απ’ αυτό, οι υποχρεώσεις του ποδοσφαίρου είναι αλλεπάλληλες, ενώ της άρσης βαρών περιορίζονται σε τρεις – τέσσερις φορές το χρόνο. Αλλά ένα άλλο πρόβλημα εί­ναι πώς καταλαβαίνει κανείς ποιος έκανε τι. Εί­μαστε βέβαιοι π.χ. πως η Τζόινερ πέθανε από τα αναβολικά, αλλά κι αυτό ακόμα μένει αναπόδεικτο. Και δεν είναι και τόσο τυπικό αυτό που της συνέβη.

Να πεθάνει στον ύπνο της από ανακοπή; Ναι. Τα πιο τυπικά είναι άλλα. Λοιπόν, κι όταν χρεώνουμε κάτι στα αναβολικά, ποι­ος θα τα χρεωθεί; Τουλάχιστο με τα ναρκω­τικά κάποιοι έστω συλλαμβάνονται και πά­νε και φυλακή. Κι υπάρχει και μια εικόνα εν πάση περιπτώσει του ανθρώπου που είναι τοξικομανής. Και, μέσα από μια διαδικασία θεραπείας του, υπάρχει κι η ελπίδα.

Κάποια εικόνα έχουμε πάντως και του… αναβολιζόμενου ατόμου, δεν έχουμε; Εχουμε, αλλά δεν είναι τόσο οπτικά ολέθρια. Κι η ακμή ακόμα είναι στην πλά­τη πιο πολύ συνήθως, και την κρύβουν τα ρούχα. Η μεγαλύτερη παραμόρφωση απ’ όλες είναι πως ξαφνικά ο άνθρωπος αυ­τός σπάει μέσα σ’ ένα μήνα πέντ’ έξι φο­ρές το προσωπικό του ρεκόρ. Αμα δεις κά­τι τέτοιο, φτάνει.

Και «η λάμψη του αθλητή τη στιγμή που ξε­περνάει τον εαυτό του», που ύμνησε ο Διονύ­σης Σαββόπουλος; Ο Σαββόπουλος λέει κι άλλα ρομαντι­κά πράγματα, έχει κάθε δικαίωμα να είναι ρομαντικός. Ποιητική αδεία όλα αυτά εί­ναι απολύτως σεβαστά. Αλλά ο μεγάλος θαυμασμός για τις αθλητικές νίκες ανάγε­ται σε πράγματα μεταφυσικά, κάπως αυ­τάρεσκα ας πούμε, και αρκετά εκτός τό­που και χρόνου.

Σας ακούσαμε να λέτε πως φταίνε και τα ση­μερινά πρότυπα των παιδιών, οι καλογυμνα­σμένοι Μπραντ Πιτ. Ενώ παλιά ο Γκάρυ Κούπερ είχε τα χάλια του σωματικά. Μα σήμερα όλο και περισσότερα σάιμποργκ προστίθενται στην κοινωνία των κοινών θνητών. Κι αυτά τα σάιμποργκ μπο­ρεί κάποια στιγμή να φτάσουν να επιτρέ­πουν μια πολύ μακρά επιβίωση, αλλά προ­σωπικά εκφράζω την ευχή αυτή την εποχή εγώ να μη τη ζήσω, να μη τη δω, να πάει και να πάω στην ευχή χωρίς να συναντηθούμε.

Δεν ενδιαφέρεστε για τις… ημέρες των ζω­ντανών νεκρών, λέτε; Σε καμία περίπτωση δεν με απασχολεί εμένα η συνέχεια με τέτοιους αφύσικους τρόπους.

Ως Ελλάδα, όμως, τι κάνουμε; Αναγκαστικά μας απασχολεί τι γίνεται και πώς θα βγούμε ως χώρα από τις σύγχρονες αυτές στενω­πούς. Το ξανάπα: εξανίσταμαι όταν ακούω ανθρώπους γύρω μου να δηλώνουν: «Μα μόνο έναν αθλητισμό έχουμε». Είναι δυ­νατό; Είμαι Ελληνας και νιώθω πως δεν έχω τίποτ’ άλλο; Ωραία: δεν ξέρεις την ιστορία σου, γιατί στο μάθημα της ιστορίας ήσουν κουμπούρας και βαριόσουν. Αλλα πράγματα δεν ξέρεις; Δεν έχεις δια­βάσει, δεν έχεις δει, δεν έχεις ακούσει; Δεν ξέρεις πως αυτός εδώ είναι ένας … τόπος, ο οποίος κάθε τόσο γεννάει σπου­δαίους ανθρώπους που κάνουνε σπου­δαία πράγματα; Εσύ ο Ελληνας δηλαδή που λες πως έχεις μόνο τον αθλητισμό, το μόνο που δεν έχεις είναι ο αθλητισμός!

Δηλαδή; Γιατί ο σημερινός πρωταθλητισμός εξ υποθέσεως είναι ένα πράγμα ανέντιμο, το οποίο στερείται αληθείας και αρετής. Ξα­ναγράφοντας κάτι αυτές τις μέρες, αναθυ­μήθηκα το στίχο του Σολωμού: εθνικό εί­ναι κάθε τι το αληθινό. Δεν δικαιούμεθα επί τη ευκαιρία να ξαναδιαβάσουμε και Σο­λωμό οι Ελληνες; Δεν ήταν η αρετή η πε­μπτουσία της ύπαρξης του πολιτισμού εκεί­νων τους οποίους επιθυμούμε για προγό­νους μας; Η αρετή μάλιστα για τους αρχαίους Ελληνες ήταν μια κατάσταση πολύ­πλοκη: περιείχε ανδρεία, περιείχε εντιμό­τητα, περιείχε την τάση προς το φως, τη μόρφωση και την αλήθεια -και όχι προς το ψέμα. Ο Ηρακλής, ο λεγόμενος γενάρχης τους, ήταν άλλωστε υπόδειγμα ευγενούς και καθαρού ανθρώπου, που επεδίωκε τα καλά έργα. Κι η ωραία αυτή λέξη, η αρετή, και την ίδια ρίζα έχει με τον άνδρα, και τον ανδρισμό εκφράζει πάνω απ’ όλα. Θέλω να πω πως είτε μιλάμε για άνδρα είτε μιλά­με για την αρετή μιας γυναίκας, μιλάμε για μία σοβαρή ιδιότητα…

Οπότε; Οπότε, όταν επιδιώκουμε έναν αθλητι­σμό χωρίς αρετή, επιδιώκουμε έναν αθλητι­σμό άνανδρο. Κι ένας αθλητισμός άνανδρος είναι αθλητισμός ανύπαρκτος. Που ενεργεί αρνητικά. Που αντί αρετής παράγει κακία. Αν πάτε σήμερα στα γυμναστήρια, θα δείτε θλίψη, κατήφεια και πόνο. Γιατί τα παιδιά σήμερα ζουν με τη συνεχή αγωνία πως κάτι θα τους συμβεί. Πως, αν δεν τους πιάσουν, αύριο-μεθαύριο η υγεία τους θα τους εγκα­ταλείψει. Πως κάποτε θα απομυθοποιηθούν οι πάντες, ό,τι έκαναν θα ξεχαστεί, θα επικαλυφθεί από κάποιων επόμενων τα επίσης ύποπτα ρεκόρ.

Παγκόσμιο όμως το φαινόμενο, είπαμε: η άλ­λη πήγε στην Ολυμπία μέσα, κέρδισε στη σφαίρα το χρυσό χαπακωμένη -και την έπια­σαν την επομένη. Ναι. Και δεν έστελνε και το μετάλλιο πί­σω. Της το ‘χε χάσει, λέει, ο αδελφός της. Αλλη μια πολύ μελαγχολική, πικρή ιστορία κι αυτή. Οι σύγχρονοι Ελληνες θα μπορού­σαμε στον αθλητισμό να έχουμε αφήσει το σημάδι μας με άλλο τρόπο.

Όπως; Ως θεματοφύλακες π.χ. μιας παγκό­σμιας αθλητικής κάθαρσης. Αφού, ιστορι­κά και ιδεολογικά, ο αθλητισμός είναι αναμ­φισβήτητα παιδί των αρχαίων Ελλήνων, έχουμε κι εμείς πάνω από κάθε άλλον υπο­χρέωση να κινηθούμε προς την κάθαρση. Μιλάμε για σπουδαίο έργο, βέβαια, για άθλο πράγματι ηράκλειο.

Να μη μείνουμε δηλαδή μ’ αυτή την εξωτερι­κή και πολύπαθη πια φλόγα, να βρεθούμε με μια τελείως άσβηστη μέσα μας φλόγα. Ο αθλητισμός, ο οποίος περνάει την αντίληψη ενός εθνικού σφρίγους επειδή κά­ποιος από τις χιλιάδες των εδώ γύρω αν­θρώπων κατάφερε να πάρει ένα μετάλλιο, αφήνοντας στη σκιά όλους τους άλλους που δεν πήραν κι οι οποίοι καθόλου λιγότερο ωραίοι δεν είναι, καθόλου λιγότερο σωστοί άνθρωποι, αυτός ο αθλητισμός, του ενός πό­ντου διαφορά στα ρεκόρ ή του ενός εκατο­στού του δευτερολέπτου, δεν είναι ουσια­στικός αθλητισμός. Το να έχεις όμως πολ­λούς ανθρώπους ενσυνείδητα αθλούμενους, μακριά απ’ όλ’ αυτά που λέμε, τότε κάτι κά­νεις. Τότε προς μια σωστή επιτέλους κα­τεύθυνση ξαναγύρισες, ξαναπάς.

(*) Ο Ηλίας Μπαζίνας γεννήθηκε στην Αθή­να. Σπούδασε νομικά και υπήρξε ερασι­τέχνης αθλητής της άρσης βαρών, της πυγμαχίας και των ρίψεων, σε μια εποχή που ο όρος «ερασιτέχνης» ήταν στον αθλητισμό ο υπέρτατος των επαίνων. Δημοσιογραφεί πολυτρόπως τα τελευ­ταία είκοσι χρόνια, αποτυπώνοντας έτσι ένα μικρό μέρος των σκέψεων του.

(Πηγή: «Κ» Καθημερινής 20/4/2008)