Το μήνυμα του μοναχισμού στον σύγχρονο κόσμο (Σεβ. Μητροπ. Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος)

Ομιλία σε Μοναστικό Συνέδριο που διοργάνωσε η Ιερά Μητρόπολη Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας, στην Ιερά Μονή Αγίου Γρηγορίου Παλαμά Κουφαλίων.

10_05_12

Οι συνάξεις γιά τόν ορθόδοξο μοναχισμό έχουν μεγάλη σημασία γιά τήν εποχή μας, καί μάλιστα όταν γίνωνται κάτω από τήν σκέπη τού οικείου Επισκόπου σέ κάθε Επαρχία, όπως η παρούσα σύναξη, γιατί οι μοναχοί είναι τά μέλη τής Εκκλησίας πού διακρίνονται γιά τήν ευαισθησία τόσο στά δόγματα όσο καί στήν μεθοδολογία τού δόγματος, πού είναι ο ιερός ησυχασμός, πού είναι τόσο πολύ απαραίτητος στήν εποχή μας. Μέ αυτήν τήν έννοια χαιρετίζω τήν παρούσα σύναξη καί χαίρομαι γιά τήν παρουσία τόσων μοναχών πού ζούν μέσα στό περιβάλλον καί τό κλίμα τού μοναχισμού.
1. Απαραίτητες διευκρινίσεις
Τό θέμα πού μού δόθηκε νά αναπτύξω είναι «τό μήνυμα τού μοναχισμού στόν σύγχρονο κόσμο». Προκειμένου νά κατανοηθή τό θέμα αυτό πρέπει νά δώσω μερικές διευκρινίσεις τίς οποίες θεωρώ αναγκαίες.
Η πρώτη ότι ο μοναχισμός δέν είναι μιά παρέμβλητη μορφή πνευματικής καί χριστιανικής ζωής, αλλά είναι η ευαγγελική ζωή. Μοναχοί είναι εκείνοι πού προσπαθούν νά ζούν τήν αποκαλυπτική αλήθεια πού μάς παρέδωσε ο άσαρκος καί σεσαρκωμένος Λόγος καί αυτήν τήν ζωή συναντούμε στούς Προφήτες, τούς Αποστόλους, τούς πρώτους Χριστιανούς, τούς Πατέρες τής Εκκλησίας, τούς οσίους καί ασκητές. Όταν διαβάση κανείς προσεκτικά τό Ευαγγέλιο καί μάλιστα τίς επιστολές τού Αποστόλου Παύλου, πού εστάλησαν στίς κατά τόπους Εκκλησίες, θά διαπιστώση ότι παρουσιάζεται η αυθεντική χριστιανική ζωή, πού είναι ταυτόχρονα καί η μοναχική ζωή. Ο μοναχισμός διασώζει τό Ευαγγέλιο στήν αυθεντική του έκφραση.
Η δεύτερη διευκρίνιση είναι ότι, όταν κάνουμε λόγο γιά τόν μοναχισμό, δέν εννοούμε τόν δυτικότροπο, βαρλααμικής εκφράσεως, μοναχισμό, αλλά τόν ησυχαστικό μοναχισμό, όπως διασώθηκε από τήν Ορθόδοξη Εκκλησία. Γνωρίζουμε ότι ο δυτικός μοναχισμός αναπτύχθηκε στήν προσπάθεια νά σωθή η Εκκλησία από τίς εκκοσμικεύσεις της, ενώ οι ορθόδοξοι μοναχοί, πού ζούν τόν ησυχαστικό μοναχισμό, παραμένουν μέσα στήν Εκκλησία προκειμένου νά σωθούν. Έτσι, ο ορθόδοξος μοναχισμός, καίτοι ασχολείται μέ τόν άνθρωπο, εν τούτοις δέν έχει καμμιά σχέση μέ τόν ακτιβισμό τού δυτικότροπου μοναχισμού, πού αποβλέπει μόνον σέ ένα κοινωνικό έργο καί μιά κοινωνική προσφορά. Καί αυτό είναι απαραίτητο νά λεχθή, επειδή, δυστυχώς, σήμερα μερικοί εκλαμβάνουν ως μοναχισμό, τόν κακέκτυπο μοναχισμό πού δέν ανταποκρίνεται ούτε στό Ευαγγέλιο, αλλ’ ούτε καί στήν ιστορία τού Ορθοδόξου μοναχισμού.
Η τρίτη διευκρίνιση είναι ότι ο σύγχρονος άνθρωπος δέν είναι κάτι διαφορετικό από τόν άνθρωπο άλλων εποχών, αλλά στήν ουσία του είναι ο ίδιος. Οι εξωτερικές συνθήκες αλλάζουν, αλλά πάντοτε υπάρχουν οι ίδιες πνευματικές αναζητήσεις, τά ίδια πνευματικά ερωτήματα καί προβλήματα. Ο πόνος, οι ενοχές, οι αρρώστειες, ο θάνατος, ο Θεός καί ο κόσμος είναι τά θέματα πού απασχολούν τούς ανθρώπους όλων τών εποχών.
Έκανα αυτές τίς διευκρινίσεις γιά νά προσδιορίσω τό θέμα μου καί νά μή δημιουργήσω ψευδαισθήσεις ότι θά κάνω μιά πρωτότυπη καί κοινωνιολογική εισήγηση, πού θά γίνη ευπρόσδεκτη από τόν σύγχρονο άνθρωπο.
2. Τό μήνυμα καί η προσφορά τού Ορθοδόξου μοναχισμού στόν κόσμο
Κατ’ αρχάς πρέπει νά προσδιοριθή ότι δέν πρόκειται γιά ένα εννοιολογικό μήνυμα, γιά μιά ιδεολογία, αλλά γιά έναν τρόπο ζωής, γιά μιά γεύση ζωής. Μέ μηνύματα καί διδασκαλίες δέν μπορεί ο κόσμος νά σωθή. Η ιστορία έδειξε ότι ο άνθρωπος δέν μπορούσε νά σωθή μέ διδασκαλίες καί κηρύγματα, ακόμη καί αυτών τών Προφητών, αλλά μέ τήν ενσάρκωση τού Χριστού, τήν πρόσληψη τού θνητού καί παθητού σώματος από τόν Χριστό, μέ τόν Σταυρό καί τήν Ανάστασή Του. Πρόκειται γιά μιά ολόκληρη ζωή καί όχι γιά ένα μήνυμα καί μιά διδασκαλία. Καί άν κάνουμε λόγο γιά μήνυμα πρέπει νά τό εννοούμε από τήν άποψη ότι είναι μιά έκφραση τής ζωής πού βιώνει κανείς μέσα στήν Εκκλησία.
Ως πρός τό θέμα αυτό θά μπορούσε κανείς νά εντοπίση πολλά μηνύματα τού μοναχισμού στόν σύγχρονο κόσμο. Μερικά από αυτά θά τονισθούν μέ έναν σύντομο καί αποφθεγματικό τρόπο, λόγω ελλείψεως χρόνου.
Ήδη οι τρείς μοναχικές υποσχέσεις, δηλαδή η υπακοή, η παρθενία-σωφροσύνη καί η ακτημοσύνη θεραπεύουν τά τρία μεγάλα σύγχρονα θηρία, τής υπερηφανείας, τής φιληδονίας καί τής φιλαργυρίας-φιλοκτημοσύνης. Πρόκειται γιά τούς τρείς μεγάλους πειρασμούς πού δέχθηκε ο Χριστός στήν έρημο, τούς οποίους ενίκησε καί έδωσε τήν δυνατότητα σέ κάθε Χριστιανό καί κάθε μοναχό νά τούς νικήση στήν προσωπική του ζωή. Καί αυτό είναι σημαντικό, επειδή μέ τήν ταπείνωση υπερβαίνονται οι ιδεολογίες, μέ τήν εγκράτεια αντιμετωπίζεται ο ηδονιστικός τρόπος ζωής, καί μέ τήν ακτημοσύνη ή κοινοκτημοσύνη θεραπεύεται ο πόθος τής απληστίας – καπιταλιστική νοοτροπία. Καί μόνο σέ αυτό νά δή κανείς τήν προσφορά τού ορθοδόξου μοναχισμού μπορεί νά ολοκληρώση τό θέμα του.
Έπειτα, μπορεί κανείς νά εντοπίση τήν προσφορά τού μοναχισμού στόν κοινοβιακό τρόπο ζωής, όπου κέντρον είναι ο Θεός καί ο άνθρωπος. Ένα από τά μεγαλύτερα προβλήματα πού απασχολούν τήν εποχή μας είναι η φιλαυτία. Από εκεί προέρχονται όλα τά δεινά. Όταν ο μοναχός αγωνίζεται εναντίον τής φιλαυτίας καί αποκτά τήν φιλοθεΐα καί τήν φιλανθρωπία, όπως εκφράζεται στόν κοινοβιακό τρόπο ζωής, τότε γίνεται πρότυπο σέ όλους εκείνους πού τόν πλησιάζουν γιά νά γευθούν τήν αλήθεια καί τήν ζωή.
Ακόμη δύο μεγάλα θηρία πού κατατρώγουν τήν ζωή τού ανθρώπου είναι η ηδονή καί η οδύνη. Η ικανοποίηση τής ηδονής προξενεί τήν οδύνη καί η προσπάθεια νά υπερβή κανείς τήν οδύνη μέ νέα ηδονή, οδηγεί στήν μεγαλύτερη οδύνη, όπως φαίνεται στόν σύγχρονο σαρκικό τρόπο ζωής, αλλά καί στήν εξάρτηση από ναρκωτικά. Πρόκειται γιά τόν φαύλο κύκλο μεταξύ ηδονής καί οδύνης, από τόν οποίο μάς ελευθέρωσε ο Χριστός μέ τόν εκούσιο θάνατό Του καί μάς υπέδειξε ότι μέ τήν εκούσια οδύνη, τήν εκούσια άσκηση καί στέρηση, θεραπεύουμε τήν εκούσια ηδονή καί τήν ακούσια οδύνη.
Επίσης, εκείνο πού ταλαιπωρεί τόν σύγχρονο άνθρωπο είναι η αναζήτηση τής αληθινής αγάπης, αφού η αγάπη πού δέχεται από τούς άλλους ή δείχνει πρός τούς άλλους, είναι στίς περισσότερες περιπτώσεις ιδιοτελής. Η αγάπη γιά νά είναι αληθινή πρέπει νά είναι κενωτική, θυσιαστική. Στόν γνήσιο μοναχισμό μπορεί κανείς νά βρή αυτήν τήν ανιδιοτελή αγάπη, καί τό σπουδαιότερο μπορεί νά βρή τήν μέθοδο εκείνη διά τής οποίας η ιδιοτελής αγάπη μετατρέπεται καί γίνεται ανιδιοτελής.
Επί πλέον, δέν μπορεί κανείς νά αγνοήση τήν μεγάλη προσφορά τού μοναχισμού στήν λειτουργία τής νοεράς ενεργείας στόν άνθρωπο. Πράγματι, εκτός από τήν λογική ενέργεια, υπάρχει καί η νοερά ενέργεια, η οποία όμως σκοτίσθηκε στήν μεταπτωτική κατάσταση καί ταυτίσθηκε μέ τήν λογική ενέργεια, μέ αποτέλεσμα ο άνθρωπος νά βρίσκεται στόν σκοτασμό τού νοός καί νά βλέπη διαφορετικά τόν Θεό καί τόν άνθρωπο. Η εύρεση τού νοός είναι σημαντικό γεγονός γιά τήν εσωτερική συγκρότηση τού ανθρώπου. Ξέρουμε ότι ο άνθρωπος έχει μέσα του τά λεγόμενα φυσικά, αδιάβλητα πάθη, πού είναι η πείνα, η δίψα, η κόπωση κ.λ.π. καί τά λεγόμενα διαβλητά πάθη πού σχετίζονται μέ τό παθητικό μέρος τής ψυχής, ήτοι τό επιθυμητικό καί τό θυμικό. Έτσι, ο φωτισμένος καί καθαρός νούς διαφυλάσσει τά φυσικά αδιάβλητα πάθη ώστε νά μή μεταβληθούν σέ παρά φύσιν πάθη, αλλά καί εκείνος πού βοηθά τά διαβλητά πάθη νά μετατραπούν καί νά γίνουν αδιάβλητα πάθη. Όταν δέν λειτουργή καλά ο νούς, τότε τά φυσικά αδιάβλητα πάθη μετατρέπονται σέ διαβλητά, καί τά διαβλητά πάθη αποθηριοποιούνται καί κάνουν τόν άνθρωπο νά συμπεριφέρεται ως θηρίο, οπότε ισχύει τό χωρίο τού αγίου Μαξίμου τού Ομολογητού πού επαναλαμβάνει καί ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς «νούς αποστάς τού Θεού ή δαιμονιώδης γίνεται ή κτηνώδης».
Πέραν αυτών, η προσφορά τού μοναχισμού βρίσκεται στήν αντιμετώπιση τού θανάτου. Ο θάνατος είναι μιά βιολογική κατάσταση τήν οποία κληρονομούμε από τήν στιγμή πού συλλαμβανόμαστε στήν κοιλία τής μητέρας μας καί μάς ακολουθεί σέ όλη μας τήν ζωή. Η θνητότητα καί η παθητότητα, αλλά καί αυτός ο θάνατος, τόσο μέσα στό σώμα μας, όσο καί στούς γύρω μας, στά αγαπητά μας πρόσωπα, δημιουργούν πολλά υπαρξιακά, κοινωνικά καί οικογενειακά ζητήματα. Ο μοναχός μέ τήν βίωση τής μνήμης τού θανάτου, αλλά καί τήν υπέρβαση τού θανάτου, μέ τήν εν Χριστώ ζωή, υποδεικνύει στούς ανθρώπους πώς νά αντιμετωπίζουν τόν θάνατο.
Αυτό πρέπει νά τό δούμε από τήν άποψη ότι ο γνήσιος μοναχός σέ όλη του τήν ζωή κάνει ασκήσεις αντιμετωπίσεως τού θανάτου, όπως έχει αναλύσει διεξοδικά ο π. Ζαχαρίας Ζάχαρου. Όλη η σύγχρονη παιδεία, ακόμη καί η χριστιανική, απωθεί τόν θάνατο στό περιθώριο τής ζωής καί έτσι ζούμε καθημερινώς ωσάν νά μήν υπάρχη θάνατος. Όμως, ο θάνατος είναι μιά πραγματικότητα πού θά έλθη κάποτε αμείλικτος. Οι θλίψεις, οι συκοφαντίες, η ενεργοποίηση τών παθών, οι πτώσεις, οι ασθένειες, οι τύψεις τής συνειδήσεως είναι καθημερινές γεύσεις θανάτου πού προκαλούν πόνο, είναι καθημερινοί μικροί θάνατοι. Όταν γνωρίζουμε τόν τρόπο νά τούς αντιμετωπίζουμε, όταν προσπαθούμε νά κάνουμε υπομονή στίς δοκιμασίες τής ζωής, όταν εκκόπτουμε τό δικό μας θέλημα, όταν υπομένουμε τίς ασθένειες καί τίς συκοφαντίες μέ πίστη καί ευγνωμοσύνη στόν Θεό, τότε κάνουμε ασκήσεις αντιμετωπίσεως τού θανάτου καί συναδελφωνόμαστε μαζί του. Όταν προσπαθούμε νά τηρήσουμε τό θέλημα τού Θεού στήν ζωή μας, τότε ο Θεός γίνεται τό πιό αγαπητό πρόσωπο καί επιθυμούμε τήν συνάντηση μαζί Του. Όταν στήν προσευχή μας παρακαλούμε τόν Θεό νά είναι βοηθός καί προστάτης μας κατά τήν ώρα τού θανάτου, τότε συναδελφωνόμαστε μέ τόν θάνατο. Έτσι, καθημερινώς γευόμαστε τόν θάνατο καί όταν κάνουμε ασκήσεις αντιμετωπίσεώς του, τότε όταν θά έλθη η ώρα νά φύγουμε από τόν κόσμο αυτόν, ο θάνατος θά έλθη ως φίλος πού θά μάς οδηγήση στήν μεγάλη συνάντηση μέ τήν ουράνια Εκκλησία. Καί αυτό είναι ένα μεγάλο μήνυμα τού μοναχισμού στόν σύγχρονο κόσμο, πού υποφέρει από τόν φόβο καί τήν αγωνία τού θανάτου.
3. Πίστη καί ησυχία
Όσα αναφέρθηκαν μέχρι τώρα δείχνουν τήν μεγάλη αξία τών μοναχών πού ασκούνται μέ τόν παραδοσιακό τρόπο ζωής καί ξεφεύγουν όλα τά κακέκτυπα σχήματα τής Χριστιανικής καί μοναχικής ζωής. Στό σημείο αυτό θά εντοπισθή μιά πλευρά τήν οποία θεωρώ πολύ απαραίτητη γιά τούς Χριστιανούς καί τούς ανθρώπους τής εποχής μας.
Ο Γέροντας Σωφρόνιος έχει γράψει ότι δέν μπορεί νά καταλάβη πίστη χωρίς δόγμα, Χριστιανισμό έξω από τήν Εκκλησία καί Χριστιανισμό χωρίς άσκηση. Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Πίστη σέ θεό έχουν καί άλλες θρησκείες καί ομολογίες, αλλά η πίστη πρέπει νά καθορίζεται από τούς όρους τών Οικουμενικών Συνόδων. Χριστιανισμός έξω από τήν Εκκλησία, πού είναι τό Σώμα τού Χριστού, δέν μπορεί νά υπάρχη, γιατί σέ μιά τέτοια περίπτωση είναι μιά θρησκευτική οργάνωση. Επίσης, Χριστιανισμός χωρίς τήν άσκηση είναι ανύπαρκτος, γιατί η άσκηση πού συνδέεται μέ τήν μετάνοια καί τήν προσπάθεια νά τηρήση κανείς τίς εντολές τού Χριστού είναι εκείνη πού κάνει τόν άνθρωπο νά είναι μαθητής Ιησού Χριστού καί μέλος τού ενδόξου Σώματός Του.
Έτσι, η μεγάλη προσφορά τού ορθοδόξου μοναχισμού στίς ημέρες μας είναι η ομολογία τής ορθοδόξου πίστεως, πού διασώζει τήν αλήθεια γιά τόν Θεάνθρωπο Χριστό καί τήν σωτηρία τού ανθρώπου, αλλά καί η ορθόδοξη ησυχία, πού είναι η βάση τών δογμάτων καί δείχνει πώς ο άνθρωπος από τήν ιδιοτελή αγάπη φθάνει στήν ανιδιοτελή αγάπη.
Τό πρόβλημα, όμως, είναι πώς τό δόγμα τής Εκκλησίας γίνεται βίωμα καί αίμα πού θά τρέφη τήν πνευματική μας ζωή. Γιατί τό δόγμα είναι διατύπωση τής θεοπτικής εμπειρίας τών αγίων καί στήν συνέχεια γίνεται οδοδείκτης γιά κάθε άνθρωπο πρός τήν θεοπτία καί τήν αληθινή γνώση τού Θεού.
Στό σημείο αυτό πρέπει νά υπογραμμισθή η αξία τού ορθοδόξου ησυχασμού πού είναι η βάση τής εκκλησιαστικής καί πνευματικής ζωής. Καί όταν λέμε ησυχασμό εννοούμε τήν ιερά εργασία τής νήψεως μέ τήν οποία ελέγχουμε κάθε λογισμό πού θέλει νά καταλάβη τήν λογική καί νά γίνη από απλός λογισμός σύνθετος, δηλαδή ο λογισμός νά συνδεθή μέ τό πάθος καί στήν συνέχεια μέ τήν βοήθεια τής ηδονής νά κατέλθη στήν καρδιά. Οπότε, μέ τήν νήψη δέν αφήνουμε τόν λογισμό νά γίνη σύνθετος καί νά κατέλθη στήν καρδιά, καί ακόμη μέ τήν μετάνοια εκδιώκονται όλοι οι λογισμοί πού βρίσκονται στήν καρδιά, οι οποίοι αποτελούν τά είδωλα τής αμαρτίας, ώστε στήν καρδιά πλέον νά επικρατή ένας λόγος, η μονολόγιστη προσευχή, τό «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν μέ τόν αμαρτωλόν». Η ενέργεια τού ονόματος τού Χριστου πού συνδέεται μέ τήν αναπνοή, καί εισέρχεται στήν καρδιά, ελευθερώνει τόν άνθρωπο από όλες τίς εξαρτήσεις, επιζωγραφίζει πάνω στό κατ’ εικόνα τό καθ’ ομοίωση καί ο άνθρωπος γεύεται τής θείας αγάπης καί έτσι αγγίζει τήν αιωνιότητα.
Ο ορθόδοξος μοναχισμός διαφυλάσσει αυτήν τήν μέθοδο ασκήσεως καί θεώσεως τού ανθρώπου, καί είναι πολύ σημαντικό νά τόν βιώνουμε στήν εσωτερική του διάσταση καί νά τόν διδάσκουμε στούς ανθρώπους. Έτσι, τό Μοναστήρι είναι, όπως λένε οι άγιοι Πατέρες, τό ιερό Φροντιστήριο αυτής τής ιεράς μεθόδου αντιμετωπίσεως τού θανάτου καί τής βιώσεως τής αιωνίου ζωής. Όλες οι άλλες θεωρίες, ακόμη καί χριστιανικές, είναι στοχασμοί καί ανίκανοι νά βοηθήσουν τόν άνθρωπο, ο οποίος πεινά καί διψά τήν δικαιοσύνη τού Θεού.
Όλα όσα αναφέρθηκαν προϋποθέτουν τόν ορθόδοξο μοναχισμό καί όχι τόν εκκοσμικευμένο φράγκικο μοναχισμό πού αλλοιώνει τήν ουσία τού ορθοδόξου μοναχισμού, αλλά καί τήν ουσία τού αληθινού Χριστιανισμού. Αλλοίωση στό δόγμα συνεπάγεται καί αλλοίωση στόν μοναχισμό.
Πάντως, στόν ορθόδοξο μοναχισμό ο άνθρωπος καταλαβαίνει πώς μπορεί νά νικήση τήν αμαρτία, τόν διάβολο καί τόν θάνατο μέ τήν δύναμη καί ενέργεια τού Χριστού. Καί όποιος πλησιάζει τούς ορθοδόξους μοναχούς, πού είναι μέλη τού Σώματος τού Χριστού, βλέπει αυτήν τήν νίκη τού Χριστού εναντίον τής αμαρτίας, τού διαβόλου καί τού θανάτου, στά πρόσωπα τών ευλογημένων αυτών υπάρξεων. Γι’ αυτό καί διαφυλάσσουμε τήν μοναχική-ευαγγελική εκκλησιαστική ζωή ως κόρη οφθαλμού, καί αυτούς πού τήν ακολουθούν, τούς ευλογημένους μοναχούς, ως καρπούς τής θείας αγάπης.
Ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, μεταξύ τών αλλων, χρησιμοποιεί τρείς λέξεις, πού δείχνουν τήν ορθή καί τήν πλανεμένη πορεία τών Χριστιανών καί κατ’ επέκταση καί τών μοναχών. Πρόκειται γιά τίς λέξεις «θεοδρόμοι», «πάροδοι», καί «οικοφθόροι».
Στήν πρός Φιλαδελφείς επιστολή του γράφει: «πολλοί γάρ λύκοι αξιόπιστοι ηδονή κακή αιχμαλωτίζουσιν τούς θεοδρόμους». Οι Χριστιανοί καλούνται «θεοδρόμοι», επειδή βαδίζουν τόν δρόμο τού Θεού, τόν δρόμο πού οδηγεί στόν Θεό. Όμως χρειάζεται προσοχή από τούς λύκους πού μπορούν νά τούς αιχμαλωτίσουν μέ τήν κακή ηδονή.
Στήν πρός Εφεσίους επιστολή του γράφει: «Εγώ κατάκριτος, υμείς ηλεημένοι εγώ υπό κίνδυνον, υμείς εστηριγμένοι. πάροδός εστε τών εις θεόν αναιρουμένων». Οι Χριστιανοί βρίσκονται στήν πάροδο σέ σχέση μέ αυτούς πού οδηγούνται πρός τό μαρτύριο. Αυτό τό «πάροδος» έχει καί θετική, αλλά καί αρνητική έννοια. Σημαίνει ότι συναγωνίζονται μέ αυτούς πού οδηγούνται στό μαρτύριο, ή τό πιθανότερο εννοεί αυτούς πού ακολουθούν άλλη οδό από εκείνην τών μαρτύρων.
Στήν ίδια επιστολή γράφει: «Μή πλανάσθε, αδελφοί μου. Οι οικοφθόροι “βασιλείαν Θεού ου κληρονομήσουσιν”». Οι «οικοφθόροι» είναι αυτοί πού καταστρέφουν τό σώμα τους, πού είναι ναός τού Παναγίου Πνεύματος, αλλά δημιουργούν προβλήματα καί στήν Εκκλησία πού είναι τό Σώμα τού Χριστού.
Έτσι, έχουμε τούς «θεοδρόμους» πού βρίσκονται στόν αληθινό δρόμο τής σωτηρίας, τούς «παρόδους» πού βρίσκονται ή σέ παράλληλους καλούς δρόμους ή σέ σφαλερούς δρόμους, καί τούς «οικοφθόρους» πού καταστρέφουν τόν εαυτό τους, αλλά δημιουργούν σχίσματα καί διαιρέσεις στήν Εκκλησία τού Χριστού.
Ζούμε στήν Εκκλησία, ασκούμαστε στά ιερά Φροντιστήρια, τά Μοναστήρια, ώστε νά γίνουμε «θεοδρόμοι» καί όχι «πάροδοι» καί «οικοφθόροι».

 

(Πηγή: “Εκκλησιαστική Παρέμβαση” Μάιος 2010)

Διαβάστε περισσότερα άρθρα του σεβασμιωτάτου πατώντας εδώ

 

[Ψήφοι: 0 Βαθμολογία: 0]