Θεοφύλακτος Βουλγαρίας

Κυριακή των Πατέρων της Α’ Οικουμενικής Συνόδου: Περί της προσευχής του Ιησού προς τον Πατέρα υπέρ των δεδομένων εαυτώ μαθητών (Θεοφύλακτος, Αρχιεπίσκοπος Βουλγαρίας)

(Ἰωάν. ιζ΄, 1-13)

Αὐτὰ εἶπε ὁ Ἰησοῦς, σήκωσε τά μάτια του στὸν οὐρανὸ καὶ προσευχήθηκε· Πατέρα, ἡ ὥρα ἔχει ἔρθει, δόξασε τὸ Γιὸ σου, γιὰ νὰ σὲ δοξάση κι ἐκεῖνος, ὅπως τοῦ ἔδωσες νὰ ἐξουσιάζη κάθε ἄνθρωπο. Γιὰ νὰ δώση ζωὴ αἰώνια σὲ ὅλα ὅσα τοῦ ἔδωσες. Κι ἡ αἰώνια ζωὴ εἶναι νὰ γνωρίζουν ἐσένα τὸ μόνο ἀληθηνὸ Θεὸ καὶ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ ποὺ ἔστειλες. Ἀφοῦ εἶπε στοὺς μαθητάς του «ὅτι θὰ δοκιμάσετε θλίψεις», καὶ τοὺς σύστησε νὰ ἔχουν θάρρος, τοὺς σηκώνει πάλι μὲ τὴν προσευχή, διδάσκοντάς μας κατὰ τοὺς πειρασμούς, ἀφοῦ τ’ ἀφήνομε ὅλα, νὰ καταφεύγωμε στὸ Θεό. Ἄλλωστε δὲν πρόκειται γιὰ προσευχὴ ἀλλὰ γιὰ συνομιλία μὲ τὸν Πατέρα. Ἄν σ’ ἄλλη περίπτωση προσεύχεται καὶ πέφτη στὰ γόνατα μὴ θαυμάσης. Γιατὶ ὁ Χριστὸς ἦρθε ὄχι γιὰ νὰ φανερώση μόνο τὸν ἑαυτό του ἀλλὰ γιὰ νὰ μᾶς διδάξη καὶ κάθε ἀρετή. Κι ὁ δάσκαλος δὲν πρέπει ν’ ἀσκῆ τὸ ἔργο του μὲ λόγια μόνο ἀλλὰ καὶ μὲ τὰ ἔργα του. Διαβάστε περισσότερα »

Κυριακή του Τυφλού (Αρχιεπίσκοπος Βουλγαρίας Θεοφύλακτος)

ἑρμηνεία εἰς τὸ κατὰ Ἰωαν. Εὐαγγέλιον Κεφ. θ΄

Καὶ προχωρῶντας εἶδε κάποιον τυφλὸ ἐκ γενετῆς· τὸν ρώτησαν οἱ μαθηταὶ του καὶ τοῦ εἶπαν· «Δάσκαλε, ποιὸς ἁμάρτησε αὐτὸς ἤ οἱ γονεῖς του γιὰ νὰ γεννηθῆ τυφλός;» Βγαίνοντας ἀπὸ τὸ ἱερὸ ὁ Κύριος μηχανεύεται τρόπο νὰ διασκεδάση τὸν θυμὸ τῶν Ἰουδαίων καὶ βαδίζει γιὰ νὰ θεραπεύση τὸν τυφλό. Μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο θέλει νὰ μαλακώση τὴν σκληρότητα καὶ τὴν ἀπείθειά τους, ἄν καὶ δὲν ἐδόχοντα αὐτοὶ καμμιὰ ἐπίδραση. Συνάμα τοὺς ἔδειχνε ὅτι δὲν εἶπε μάταια καὶ κομπαστικά «Πρὶν γίνη ὁ Ἀβραάμ, ἐγὼ ὑπῆρχα». Διαβάστε περισσότερα »

Κυριακή ΙΒ’ Λουκά: Περί των δέκα λεπρών (Θεοφύλακτος, Αρχιεπίσκοπος Βουλγαρίας)

(Λουκ. ιζ΄, 11-19)

«Καὶ στὸ δρόμο ποὺ πήγαινε στὰ Ἱεροσόλυμα, πέρασε ἀνάμεσα ἀπὸ τὴ Σαμάρεια καὶ τὴ Γαλιλαία. Ὅταν ἔμπαινε σ’ ἕνα χωριό, τὸν συνάντησαν δέκα λεπροί, ποὺ στάθηκαν μακρυὰ καὶ μὲ φωνὴ δυνατὴ εἶπαν· Ἰησοῦ δάσκαλε, δεῖξε μας τὸ ἔλεός σου. Ἐκεῖνος τούς κοίταξε καὶ τοὺς εἶπε· πηγαίνετε νὰ σᾶς δοῦν οἱ ἱερεῖς. Καὶ καθώς ἐπήγαιναν καθαρίστηκαν ἐντελῶς. Ἕνας ἀπ’ αὐτοὺς μόλις εἶδε ὅτι θεραπεύτηκε γύρισε μὲ φωνὲς δυνατὲς δοξολογῶντας τὸ Θεὸ, ἔπεσε μὲ τὸ πρόσωπο στὰ πόδια του καὶ τὸν εὐχαριστοῦσε. Αὐτὸς ἦταν Σαμαρείτης. Ὁ Ἰησοῦς μίλησε καὶ εἶπε· Δὲν καθαρίστηκαν κι οἱ ἄλλοι! Ποῦ εἶναι οἱ ἑννιά; Δὲν μπόρεσαν νὰ γυρίσουν καὶ νὰ δοξολογήσουν τὸ Θεὸ παρὰ αὐτὸς ὁ ἀλλόφυλος; Καὶ τοῦ εἶπε· σήκω καὶ πήγαινε, ἡ πίστη σου σ’ ἔχει σώσει». Διαβάστε περισσότερα »

Κυριακή ΙΑ΄ Λουκά (Αγίων Προπατόρων): Περί των καλουμένων εν τω δείπνω (Όσιος Θεοφύλακτος, Αρχιεπίσκοπος Βουλγαρίας)

(Λουκ. ιδ΄, 16-24)

«Κι ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε· Ἔκαμε κάποιος ἄνθρωπος μεγάλο δεῖπνο κι ἐκάλεσε πολλούς. Τὴν ὥρα τοῦ τραπεζιοῦ ἔστειλε τὸ δοῦλο του νὰ πῆ στοῦς καλεσμένους· Ἐλᾶτε, εἴναι ὅλα ἔτοιμα. Κι ἄρχισαν ὅλοι μὲ μιὰ γνώμη νὰ παρακαλοῦν νὰ μὴν παρευρεθοῦν. Ὁ πρῶτος τοῦ εἶπε ἀγόρασα χωράφι καὶ ἔχω ἀνάγκη νὰ βγῶ καὶ νὰ τὸ δῶ. Σὲ παρακαλῶ, θεώρησέ με δικαιολογημένο. Κι ὁ δεύτερος εἶπε ἀγόρασα πέντε ζευγάρια βόδια καί πηγαίνω νὰ τὰ δοκιμάσω. Σὲ παρακαλῶ, θεωρησὲ με δικαιολογημένο. Κι ὁ τρίτος εἶπε. Ἔκαμα τὸ γάμο μου καὶ γι’ αὐτὸ δὲν μπορῶ νἀρθῶ». Κι ὅταν κάποιος ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ ἦσαν μαζί στὸ τραπέζι εἶπε· μακάριος εἶναι ὅποιος πάρη τὸ γεῦμα του στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὁ Κύριος τοῦ ἐξηγεῖ πλατύτερα, πῶς πρέπει νὰ φανταζώμαστε τὰ δεῖπνα τοῦ Θεοῦ. Καὶ λέει τὴν παραβολὴ αὐτή, ὀνομάζοντας ἄνθρωπο καὶ τὸν φιλάνθρωπο πατέρα του. Διαβάστε περισσότερα »

Κυριακή ΣΤ’ Λουκά: Περί του Λεγεώνος (Θεοφύλακτος Αρχιεπίσκοπος Βουλγαρίας)

(Λουκ. η΄, 26-39)

«Καὶ ἔφτασαν μὲ τὸ πλοῖο στὴν περιοχὴ τῶν Γαδαρηνῶν, ποὺ εἶναι ἀπέναντι στὴ Γαλιλαία. Βγῆκε στὴ στεριὰ ὁ Ἰησοῦς καὶ τὸν συνάντησε κάποιος ἀπὸ τὴν πόλη, ποὺ εἶχε δαιμόνια ἀπὸ πολλὰ χρόνια. Ροῦχα δὲν ἔβαζε οὔτε ἔμενε στὸ σπίτι ἀλλὰ στὰ μνήματα. Ὅταν εἶδε τὸν Ἰησοῦ ἔβγαλε κραυγὴ καὶ πέφτοντας στὰ πόδια του τοῦ εἶπε σὲ ψηλὸ τόνο· Τί ἔχεις μαζί μου Ἰησοῦ, Γιὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ Ἀνωτάτου; Μὴ μὲ βασανίσης σὲ παρακαλῶ». Γιατὶ εἶχε διατάξει τὸ ἀκάθαρτο πνεῦμα νὰ βγῆ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο. Ἀπὸ πολλὰ χρόνια τὸν εἶχε κυριέψει καὶ τὸν ἔδεναν μ’ ἁλυσίδες καὶ τὸν κρατοῦσαν μὲ χειροπέδες, ἔσπαζε ὅμως αὐτὸς τὰ δεσμὰ καὶ τὸν ἔσερνε ὁ δαίμονας στὶς ἐρημιές. Διαβάστε περισσότερα »