ΤΑ ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΗΜΕΡΙΔΟΣ ΔΙΑ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟΝ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΗΝ ΚΑΙ ΤΟ Π.Σ.Ε.

 

 

 

Εις το τέλος της Θεολογικής Ημερίδος διετυπώθησαν τα πορί­σματα, τα οποία εδόθησαν εις την δημοσιότητα την επομένην. Συμφώνως με ανακοινωθέν της ΠΕΘ:

«Πραγματοποιήθηκε στην Αθή­να στο Αμφιθέατρο του Πολεμικού Μουσείου την Κυριακή 15 Μαΐου 2005 το απόγευμα, θεολογική ημε­ρίδα με θέμα "Η Ιεραποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας και το Παγ­κόσμιο Συμθούλιο Εκκλησιών".

Την ημερίδα διωργάνωσεν η Πα­νελλήνιος Ένωσις Θεολόγων (ΠΕΘ).

Ενώπιον πυκνού ακροατηρίου, που απετελείτο από Καθηγουμένους Ιερών Μονών, κληρικούς, μο­ναχούς και λαϊκούς και καθηγητές Θεολογικών Σχολών και εκπαιδευ­τικούς, εξ (6) διακεκριμένοι ειση­γητές ανέπτυξαν το θέμα της ημερίδος. Από τις εισηγήσεις και τις συζητήσεις, που διεξήχθησαν προέκυψαν οι ακόλουθες διαπιστώσεις και προτάσεις.

 

Α. Διαπιστώσεις

 

1) Η Ιεραποστολή αποτελεί κα­θαρά εκκλησιαστικό έργον και ενεργείται από τα μέλη της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας ως απαραίτητη συνέ­πεια της εντολής του Χριστού, προς τους Αποστόλους και τους κανονικούς διαδόχους τους, "Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος" (Μτθ. 28, 19). Για να διατηρήσει η ιεραπο­στολή τον γνήσιο και αυθεντικό της χαρακτήρα απαιτείται η έγκυρη και ζωντανή παρουσία της Μίας Εκκλησίας ως Σώματος του Θεαν­θρώπου Χριστού. Κάθε ιεραποστο­λική προσπάθεια έξω και ανεξάρτη­τα από αυτή την Μία Εκκλησία μπορεί να είναι εκστρατεία αγά­πης, στρατός σωτηρίας, επιχείρη­ση στρατολογήσεως οπαδών, αλλά σε καμμία περίπτωση δεν είναι εκκλησιαστική ιεραποστολή.

2) Η σύγχρονη οικουμενική κίνη­ση από την οποία προέκυψε το 1918 το Π.Σ.Ε. έχει τις ρίζες της στην προτεσταντική Ιεραποστολή του 19ου αιώνος. Το Π.Σ.Ε. δεν έπα­ψε μέχρι σήμερα να διαπνέεται από το προτεσταντικό όραμα μιας ενο­ποιημένης παγκόσμιας ιεραποστολής αδιαφόρως δογματικών ιδιαι­τεροτήτων και ευαισθησιών. Κάτι, που είναι ίσως κατανοητό για τους προτεστάντες, όχι όμως και για τους Ορθοδόξους. Εκείνο, που καθιστά αυτό το όραμα ακόμη πιο επικίνδυνο, είναι ότι σήμερα το Π.Σ.Ε. θεωρεί την αποτυχία του να κατορθώσει την ενότητα των χρι­στιανών, — όπως ήταν ο αρχικός του στόχος— επιτυχία και αρχίζει να τιμά και να "εορτάζει" την "διαφορετικότητα" των μελών του αντί να θλίβεται γι' αυτήν και να προ­σπαθεί να την ξεπεράσει. Αυτά σε συνδυασμό με την προϊούσα απο­μάκρυνση πολλών μελών του Π.Σ.Ε. από την γνήσια Ευαγγελική πίστη και ηθική, όσο και με την όλο και πιο ορατή προσέγγιση και συμ­φιλίωση του Π.Σ.Ε. με τις άλλες θρησκείες, που ρίχνουν πάνω στο παγκοσμιοποιημένο ιεραποστολι­κό όραμα του Οικουμενισμού αν­ταύγειες μιας παγκόσμιας μη ορ­θόδοξης ιεραποστολής.

3) Μεταξύ Ορθοδόξου ιεραπο­στολής και ιεραποστολής όπως την εννοούν οι εκατοντάδες των προ­τεσταντικών   παραφυάδων   του Π.Σ.Ε. υφίσταται μέγα χάσμα.

Τί σχέση έχει ο Ιησούς των αιρε­τικών του Π.Σ.Ε., που υποτάσσεται στις υποκειμενικές και διαφοροποι­ημένες μεταξύ τους ερμηνείες της Βίβλου από τις εκατοντάδες προτε­σταντικές παραφυάδες, με τον Θε­άνθρωπο Κύριο Ιησού Χριστό της Μιας Αγίας Εκκλησίας, ο Οποίος παραδίδεται πραγματικά και αυθεν­τικά με το Μυστήριο της Θείας Ευ­χαριστίας και τα λοιπά μυστήρια, και αποτελεί το κλειδί για την αυθεν­τική ερμηνεία των Αγίων Γραφών;

4) Το Π.Σ.Ε. κηρύσσει ένα εν πολ­λοίς διάφορο του Ευαγγελίου Ιη­σού Χριστό. Πώς, λοιπόν, εμείς οι Ορθόδοξοι θα συνεργασθούμε ιε­ραποστολικά μαζί τους; Στην πρα­γματικότητα η κοινή ιεραποστολή Ορθοδόξων και Π.Σ.Ε. αποτελεί κατάργηση της Ορθοδόξου ιερα­ποστολής. Σύμφωνα με τον μακαριστό καθηγητή και πρώην πρόε­δρο της Π.Ε.Θ. Κωνσταντίνο Μουρατίδη "δια της συμμετοχής της εις το Π.Σ.Ε. η Ορθοδοξία παρητήθη κατ' ουσίαν της οικουμενικής αυ­τής αποστολής υπέρ του Π.Σ.Ε.".

Είναι φανερό ότι το Π.Σ.Ε., με το άνοιγμά του πλέον στον διαθρησκειακό συγκρητισμό και την νομιμοποί­ηση όλων των δογμάτων και των θρησκειών ως τρόπων σωτηρίας των ανθρώπων, αρνείται τον Χριστό του Ευαγγελίου. "Η δοσμένη από τον Θεό διαφορετικότητα", για την οποία έγινε λόγος στο Συνέδριο του Π.Σ.Ε. για την Ιεραποστολή και τον Ευαγγελισμό, που ολοκληρώνεται σήμερα στην Αθήνα, αποτελεί βλα­σφημία κατά του Τριαδικού Θεού, άρνηση του Ευαγγελίου και προ­σβολή κατά των μαρτύρων και ομολογητών της πίστεώς μας.

Λυπούμεθα, διότι, όπως απο­δεικνύεται από δήλωση του Γεν. Γραμματέως του Π.Σ.Ε. Δρ. Κόμπια, η πρόταση για φιλοξενία του Συνεδρίου του Π.Σ.Ε. στην Αθήνα δεν έγινε από τους Προτεστάντες αλλά από την Εκκλησία της Ελλάδος.

Θλιβόμεθα, διότι, ενώ Ιερές Μητροπόλεις οργανώνουν συνέ­δρια για την αντιμετώπιση της αιρέσεως των Προτεσταντών και ιδιαί­τερα των Πεντηκοστιανών, από την άλλη πλευρά η Εκκλησία της Ελ­λάδος φαίνεται να μετέχη σε κοινό συνέδριο αναζητήσεως κοινής ιε­ραποστολικής δράσεως.

Διαφωνούμε με τις συμπρο­σευχές, που έλαβαν χώρα στο πλαί­σιο των εργασιών του συνεδρίου του Π.Σ.Ε. Οι συμπροσευχές με αιρετικούς ως γνωστόν απαγορεύ­ονται ρητώς από τους Ιερούς Κα­νόνες της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Δεν υπήρχε κανένας λόγος οι ετερόδοξοι Σύνεδροι του ΠΣΕ να εκκλησιασθούν την Κυριακή στις 13.5.2005 στις δέκα προκαθορισμέ­νες Εκκλησίες της Ιεράς Αρχιεπι­σκοπής Αθηνών. Το γράμμα αλλά και το βαθύτερο νόημα των Ιερών Κανόνων, που δεν επιτρέπουν στους μη ορθοδόξους να μετέχουν καθ' οιονδήποτε τρόπον στην κοι­νή Λατρεία και πολύ περισσότερο στην Θεία Λειτουργία, είναι αυτο­νόητα στην ορθόδοξη λειτουργική εμπειρία.

8) Θλιβόμεθα διότι μία μικρή ο­μάδα γραφειοκρατών των οικουμε­νικών διαλόγων χειρίζεται τα σοβα­ρότατα θέματα των σχέσεων της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τους ετεροδόξους και ετεροθρήσκους, ενώ δεν ενημερώνεται επαρκώς το εκκλησιαστικό σώμα. Προφανώς η έλλειψη ενημέρωσης οφείλεται στο φόβο αντιδράσεων εκ μέρους του λαού.

9) Ο συγκρητισμός και ο παρα­μερισμός της αληθείας της πίστε­ως, ούτε τους ετεροδόξους ωφε­λεί, διότι τους κρατά μακριά από την σώζουσα αλήθεια της Μιάς Εκ­κλησίας, δηλ. της Ορθοδόξου, αλ­λά και το φρόνημα των Ορθοδόξων σταδιακώς αλλοιώνει.

Όπως ομολογούν ετερόδο­ξοι, που προσήλθαν στην Ορθοδο­ξία όχι μόνον δεν βοηθήθηκαν αλ­λά και εμποδίσθηκαν από τους λε­γόμενους διάλογους και τα συνέ­δρια σαν αυτό του Π.Σ.Ε. για την ιε­ραποστολή.

Στην ημερίδα επισημάνθηκε το γεγονός ότι δια της συμμετοχής μας στους διαλόγους του ΠΣΕ και της με οποιονδήποτε τρόπο επικοι­νωνίας ορθοδόξων θεολόγων με το πνεύμα του οικουμενιστικού δια­χριστιανικού χώρου του Συμβρυλίου αυτού, απειλείται η γνησιότης της Ορθοδόξου Θεολογίας στις συνειδήσεις ορισμένων εκ των θε­ολόγων αυτών.

 

Β. Προτάσεις

 

Από το αδιέξοδο της οικουμενιστικής "ιεραποστολής" μοναδική διέξοδο αποτελεί, η Ορθόδοξη ιε­ραποστολή, η οποία σύμφωνα με την Αποστολική και Αγιοπατερική Παράδοση πρέπει να είναι "έτοιμοι αεί προς απολογίαν παντί τω αιτούντι υμάς λόγον περί της εν υμίν ελπίδος μετά πραότητος και φό­βου" (Α' Πέτρ. γ' 15), —είτε αυτός είναι αλλόδοξος είτε αλλόπιστος είτε αλλόθρησκος— και η οποία θα καλεί όλους στην μοναδική ασφα­λή Κιβωτό της σωτηρίας, την Μία, Αγία, Ορθόδοξη, Καθολική και Α­ποστολική Εκκλησία.

Να τηρηθούν οι Ιεροί Κανόνες της Εκκλησίας, που απαγορεύουν την συμπροσευχή με τους ετερο­δόξους γενικώς, σε όλες τις περι­πτώσεις, και όχι μόνο την ευχαρι­στιακή συμπροσευχή, όπως προ­βάλλεται εσχάτως. Η τήρηση των κανόνων επιβάλλεται κυρίως σε θέ­ματα πίστεως και όχι μόνον σε θέ­ματα διοικήσεως και δικαιοδοσιών.

Οι σύνεδροι της θεολογικής αυτής ημερίδος θεωρούμε ότι είναι πλέον ώριμες οι συνθήκες, για να επανεξετασθεί το θέμα της συμμε­τοχής των Ορθοδόξων στο Π.Σ.Ε.».