Περίληψη εισηγήσεως με θέμα

«ΣΕ ΠΟΙΑ «ΕΚΚΛΗΣΙΑ» ΠΡΟΣΚΑΛΕΙ

Η «ΚΟΙΝΗ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΗ» ΤΟΥ ΠΣ"Ε"

ΚΑΙ ΠΟΙΟΝ «ΧΡΙΣΤΟΝ» ΚΗΡΥΣΣΕΙ;»

Εισηγητής: ΑΡΧΙΜ. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΜΥΡΟΣ

(Δρ. Θ. – Πτ. Φ., Ιεροκήρυξ Ι. Μητρ. Σερβίων και Κοζάνης)

 

 

Παρακολουθώντας τα συγκρητιστικά δρώμενα με την διεξαγωγή του Συνεδρίου του ΠΣ«Ε» στην πατρίδα μας την Ελλάδα, την γνωστή και διαφημισμένη στη Δύση ως την «χώρα της Φιλοκαλίας», διερωτώμεθα εάν στις μέρες μας εμείς οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, οι απόγονοι των αμετρήτων αγίων και ομολογητών, λαμβάνουμε σοβαρά υπ' όψιν μας τους θεοπνεύστους λόγους του αποστόλου Παύλου: «Τις γαρ μετοχή δικαιοσύνη και ανομία; Τις δε κοινωνία φωτί προς σκότος; Τις δε συμφώνησις Χριστώ προς Βελίαλ;» (Β' Κορ. 6,14-15). Τίθεται λοιπόν αναπόφευκτα το ερώτημα: Δικαιολογείται θεολογικά, εκκλησιολογικά και ιστορικά η συνδιάσκεψη, η από κοινού επίκληση του αγίου Πνεύματος και η απόφαση να διακονούν μαζί στην εκκλησιαστική Ιεραποστολή η Ορθόδοξη Εκκλησία και όλες οι αιρέσεις που συνωθούνται στο ΠΣ«Ε»;

Οι υποστηρικτές για την συμμετοχή των Ορθοδόξων σε τέτοιου είδους Συνέδρια επιμένουν ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει μία θαυμάσια ευκαιρία να δώση την δική της αληθινή μαρτυρία, να βοηθήση τους αιρετικούς και να αποφύγη την εσωστρέφεια και την απομόνωση. Αυτή όμως είναι η πιο τραγική πλάνη, όπως αποδεικνύεται από την εμβάθυνση στην Ορθόδοξη Θεολογία και από την μέχρι σήμερα εμπειρία.

Θεολογικά η ιεραποστολή αποτελεί καθαρά εκκλησιαστικό γεγονός και γι' αυτό δεν είναι δυνατόν να ενεργείται ούτε ανεξάρτητα από την μία, αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία, ούτε από αυτοχειροτόνητους «Ιεραποστόλους», οι οποίοι δεν είναι κανονικά εξουσιοδοτημένοι από Αυτήν. Το ΠΣ«Ε» έχει κτίρια, αίθουσες, γραφεία, άλλα δεν έχει τον πατρικό οίκο, δεν έχει καμμία σχέση με την αληθινή Εκκλησία του Χριστού. Το ΠΣ«Ε» έχει προέδρους, έχει γραμματείς, έχει συμβούλους, έχει αυτοχειροτόνητους μισσιοναρίους, άλλα δεν έχει ούτε τον οικοδεσπότη, ούτε τους έγκυρα εξουσιοδοτημένους αποστόλους και ιεραποστόλους.

Η αληθινή Εκκλησία ως σώμα του Χριστού είναι μία και αμετάβλητη από την αρχή και για πάντοτε. Εκφράζει δε την αυθεντικότητα και γνησιότητά της με την αδιάκοπη Αποστολική Διαδοχή, με την αναλλοίωτη Αποστολική Διδαχή και την αληθινή εν αγίω Πνεύματι Λατρεία.

Όμως οι αιρετικοί που συμμετέχουν στο ΠΣ«Ε» ούτε την Αποστολική Διαδοχή διατηρούν, ούτε την Αποστολική Διδαχή και Λατρεία κατέχουν ακέραιες. Είναι ως προς όλα τα ανωτέρω πεπτωκότες και, σύμφωνα με τον άγιο Κυπριανό, «ούτε το έλεος του Κυρίου... δεν επιτρέπει στις τάξεις των πεπτωκότων να ονομάζονται η εκκλησία» (Epistula xxvii· ΡL 4,500Α- 503Α).

Ως προς το δεύτερο ερώτημα της Εισηγήσεως, περί του ποιόν Χριστόν κηρύσσουν οι αιρετικοί, που συμμετέχουν στο ΠΣ«Ε», η επίσημα διακηρυγμένη διδασκαλία τους μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι κηρύττουν τον Χριστό που περιέχεται στο «έτερον ευαγγέλιον» (Γαλ.1,6) κατά τον απόστολο Παύλο. Ο Ιησούς του κηρύγματος των ανωτέρω αιρέσεων δεν έχει καμμία σχέση με τον Θεάνθρωπο Κύριο της Εκκλησίας, ούτε στον τρόπο της ενανθρωπήσεώς του, ούτε στο κήρυγμά του, ούτε στις σχέσεις του με την Εκκλησία, ούτε στη σωτηρία που προσφέρει στους πιστούς, ούτε στο ήθος που τους εμπνέει, ούτε στον τρόπο της λατρείας που ζητεί από αυτούς. Κι αν μερικοί από αυτούς διαστρέφουν ολίγα μόνον σημεία του Θεανθρώπου, ισχύει γι αυτούς ο λόγος του αγίου Αμβροσίου: «καθένας που δεν ομολογεί όλα όσα ανήκουν στον Χριστό, στην πραγματικότητα αρνείται τον Χριστό» (Expositio Evangelii... ΡL 15,1695C).

Τέλος είναι πολύτιμη για την επιβεβαίωση της τοποθετήσεώς μας η ιστορία του συγχρόνου Οικουμενισμού και των Συνεδρίων του. Εάν ήταν αληθινός ο ισχυρισμός των υποστηρικτών για την συμμετοχή των Ορθοδόξων σ' αυτά θα έπρεπε να έχουμε και κάποια απτά αποτελέσματα. Όμως οι περί αυτά ασχολούμενοι δεν έχουν να μας επιδείξουν μεταστραφέντες από Συνέδρια και Διάλογους. Αντίθετα υπάρχει πλήθος άλλων, οι οποίοι τελευταία μετεστράφησαν και έγιναν συνειδητά μέλη της Ορθοδόξου Εκκλησίας χωρίς καμμία προηγούμενη σχέση με οικουμενιστικά Συνέδρια. Ανάμεσα σ' αυτούς είναι ο αμερικανός πρώην Ευαγγελιστής Frank Schaeffer, ο οποίος ομολογεί ότι «Πρώην Προτεστάντες, όπως εγώ, δεν ήρθαμε στην Ορθοδοξία, και μάλιστα με ακριβό προσωπικό κόστος, επειδή κάναμε κάποιον 'διάλογο', ή μας είπαν ότι 'όλοι εμείς είμαστε μια ευτυχισμένη οικογένεια χριστιανών", αλλά για να μπορέσουμε να βρούμε την Αλήθεια» («Χορεύοντας Μόνος», σ. 509).

Η Ορθόδοξη Θεολογία, η Εκκλησιολογία, μαζί με την ιστορική και σύγχρονη εμπειρία, μαρτυρούν ότι η αυθεντική ιεραποστολή είναι υπόθεση της μιας αληθινής Εκκλησίας, με την οποία είναι εντελώς ξένες οι αιρετικές παραφυάδες που συμμετέχουν στο ΠΣ«Ε». Και οι Ορθόδοξοι αντιπρόσωποι, παρά τις καλές τους προθέσεις, αδυνατούν να προβάλουν την δική τους μαρτυρία, επειδή υπογράφουν κοινά ανακοινωθέντα, ενώ αποτελούν ελαχίστη μειονοψηφία. Γι αυτό είναι επίκαιρο να ακούσουμε την προτροπή του αγίου Χρυσοστόμου: «Αποστρεφώμεθα των αιρετικών τους συλλόγους, εχώμεθα δε διηνεκώς της ορθής πίστεως, και βίον ακριβή και πολιτείαν τοις δόγμασιν ίσην επιδειξώμεθα» (Ομιλία Εις το, Ουδέποτε αφ' εαυτού..ΡG 56,256).

 

 

 

Διοργάνωση της Θεολογικής Ημερίδος: ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΕΝΩΣΙΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ

 

 

 

 

 

 

«Η ΑΛΛΗ ΟΨΙΣ»