ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ
ΚΑΙ
ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΕΙΣ ΖΩΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ
Δαμασκηνού Μοναχού Αγιορείτου
Κεφάλαιο Γ.3.2.1.
Πνευματικά, ηθικά, θεσμικά και κοινωνικά πλαίσια Βιοϊατρικής
Ο συγγραφεύς του βιβλίου, στην πρώτη ομιλία του βιβλίου αυτού με τίτλο "Βιοηθική και ο άνθρωπος", αναφέρεται στο γενικώτερο και ευρύτερο αρνητικό κοινωνικό, πολιτικό και πνευματικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο αντιμετωπίζονται σήμερα τα θέματα βιοηθικής. Διεσπαρμένα, επίσης, μέσα στο βιβλίο σκιαγραφείται το αρνητικό πλαίσιο αυτό, το οποίο είναι το εξής:
1. Σελ. 34: «Η άμυνα της ψυχής στον μονόπλευρο παραγκωνισμό που της γίνεται εκφράζεται ως αύξηση των ψυχικών παθήσεων. Η βελτίωση της σωματικής υγείας συνοδεύεται από έκρηξη των ασθενειών της ψυχής, από υποβάθμιση του βουλητικού δυναμικού και της αντοχής της και από πλήρη αποξένωση από τις πνευματικές της δυνατότητες».
2. Σελ. 35: «Τη μοναδικότητα του προσώπου μας έρχονται να αμφισβητήσουν οι σύγχρονες γενετικές ανακαλύψεις και ιατρικές πρακτικές. Η υποκατάσταση της κατάστασης του ανθρώπου από άψυχες αριθμητικές παραμέτρους, η αντικατάσταση της ιατρικής θαλπωρής από τη διάγνωση της ιατρικής ομάδας και του ιατρείου από το κερδοσκοπικό θεραπευτήριο τι άλλο κάνουν από το να αποπροσωποποιούν την υγεία και να ισοπεδώνουν τον ασθενή;
Παράλληλα, η εμφάνιση των κλωνοποιητικών τεχνικών, η υποκατάσταση του τυχαίου -που αποτελεί την κύρια προστασία της μοναδικότητος του προσώπου- από το επιλεγμένο χαρακτηριστικό, η διαπίστωση ότι το DNA δύο τυχαίων ανθρώπων συμπίπτει κατά το 99,9% και φυσικά η εξασθένηση του αυτεξουσίου οδηγούν στο ύποπτο συμπέρασμα ότι οι άνθρωποι έχουμε τελικά περισσότερες ομοιότητες παρά διαφορές. Είμαστε περισσότερο είδος παρά πρόσωπα».
3. Σελ. 36: «Η σύγχρονη βιοϊατρική ερευνά δεν είναι απλά επικεντρωμένη στην υγεία -αυτό είναι πολύ φυσικό και δικαιολογημένο- αλλά αγωνίζεται για τη βελτίωση και παράταση της επιγειότητος αγνοώντας εντελώς τη φύση και την πραγματικότητα της ψυχής· την απογυμνώνει από το μεταφυσικό νόημά της, τη στιγμή που δίνει μεταφυσική έπαρση στα εντελώς ανθρώπινα επιτεύγματά της· αποξενώνει την ζωή από την πλέον βέβαιη πραγματικότητα, το γεγονός του θανάτου, και έτσι συμπιέζει τον άνθρωπο μέσα στην ασφυξία του χρόνου, τον πνίγει με την θηλειά του παροδικού και του υποκαθιστά την αλήθεια της πραγματικότητάς του με το ψέμα των επιστημονικών φαντασιώσεων. Η υπερτροφική μέριμνα για την παράταση και βελτίωση της επίγειας ζωής δυστυχώς όχι μόνον δεν συνδυάζεται με παράλληλη καλλιέργεια, αλλά και υποβαθμίζει την προοπτική της "μενούσης κρείττονος υπάρξεως εν ουρανοίς" (Εβρ. 10, 34)».
Εδώ, η έκφρασις «μεταφυσικό νόημα» της ψυχής, νομίζομε, ότι είναι λανθασμένη. Η ψυχή δεν έχει μεταφυσικό νόημα, ή μεταφυσική υπόσταση, αλλά πνευματική φύση και υπόσταση.
4. Σελ. 36: «Αυτός ο υπερτονισμός της αξίας του βιολογικού ανθρώπου και η αλαζονεία που συνεπάγεται οδηγούν σε μία ψευδαίσθηση αυτάρκειας. Η φαρμακευτική ή ψυχοτεχνική απαλλαγή από το ψυχολογικό αδιέξοδο, η ανυποχώρητη απαίτηση για θεραπεία από την ασθένεια,... η ανάγκη για υγεία η παιδοποιΐα σταδιακά απομακρύνουν την προσφυγή και ελπίδα στον Θεό και την υποκαθιστούν με την εμπιστοσύνη στο ανθρώπινο επίτευγμα και την επιστήμη».
5. Σελ 37: «Στον κόσμο της φυσικής νομοτέλειας και της γενετικής κυριαρχίας η ψυχή και το αυτεξούσιο δεν φαίνεται να έχουν θέση. Ο άνθρωπος νοείται χωρίς ψυχή και η ψυχή δίχως αυτεξουσιότητα (όπως δηλ. των ζώων). Γι' αυτό, και ο κόσμος φαντάζει με τον άνθρωπο μοναχικόν χωρίς ούτε τον Θεό ούτε την ανάγκη Του».
6. Σελ. 46: «Καθώς αυξάνει η γνώση μας, εκθετικά αυξάνουν οι συνέπειες της άγνοιάς μας. Επίσης, οι επιθυμίες μας είναι πολύ ασθενέστερες από τους μηχανισμούς της σύνεσης που απαιτούνται για να τις κοντρολάρουν και να τους δώσουν μία σωστή κατεύθυνση και, ενώ πολλαπλασιάζονται ανεξέλεγκτα οι επιθυμίες μας, υποβαθμίζεται επικίνδυνα η σύνεση».
7. Σελ. 65: «Η εντυπωσιακή στις μέρες μας πρόοδος των βιοϊατρικών εφαρμογών και οι ευρύτατες πρακτικές συνέπειές τους δημιουργούν νέες ηθικές ευαισθησίες, τον πειρασμό για αναθεώρηση των κλασσικών κριτηρίων του καλού και του κακού, του επιτρεπτού και μη επιτρεπτού και την ανάγκη ενός consensus καθορισμού περιοριστικών κριτηρίων προστασίας αυτής της ίδιας της ζωής και του ανθρώπου ως προσώπου...».
8. Σελ. 68-70: «...Σήμερα η ιατρική κατήντησε περισσότερο επιχείρηση παρά επιστήμη· περισσότερο σχεδιασμός και προγραμματισμός παρά γνώση και ανακάλυψη· στο βάθος της διακρίνεται πιο πολύ η σκοπιμότητα τον οικονομικού κέρδους παρά η επιδίωξη της υγείας ή πολύ περισσότερο η ανάγκη των ανθρώπινων σχέσεων... Οι αμοιβές των ιατρών έφθασαν σε απαγορευτικό επίπεδο... τα νοσηλεία έγιναν απλησίαστα. Τη "λύση" έφεραν οι ασφαλιστικές εταιρείες, οι οποίες με τη σειρά τους προσδιορίζουν το πόσο θα μείνει κανείς στη μονάδα εντατικής θεραπείας και σε ποια θεραπευτική διαδικασία ή επέμβαση θα υποβληθεί, το αν θα δοθεί κάποιο όργανο στον έναν ή τον άλλον ασθενή, το αν τελικά και πως θα επιζήσει ή όχι.
Η λογική των οικονομικών παραμέτρων διαδέχθηκε τη λογική των αισθημάτων και των αντικειμενικών αναγκών. Η ηθική των στενών συμφερόντων των μικρών ομάδων υποκατέστησε την παγκόσμια ηθική των αιωνίων αξιών. (Αλήθεια, ποια ήταν αυτή η "παγκόσμια ηθική των αιωνίων αξιών";). ... Μία κοινωνία υλιστική, που το θεμέλιό της είναι το συμφέρον και το χρήμα, είναι δυνατόν στη διαμόρφωση της πολιτικής της και την πορεία της εξέλιξής της να μη επηρεάζεται καθοριστικά από τους διαχειριστές του χρήματος;
...Ο άνθρωπος γίνεται πλέον μία ομάδα ανεξαρτήτων ή συντονισμένων εξαρτημάτων και ανταλλακτικών (γονιδιακή θεραπεία, μεταμοσχεύσεις οργάνων, τεχνητά σκέλη και όργανα, κλπ.), το δε μεγαλειώδες της υπόστασής του καταργείται, αφού δεν νοείται πλέον ως ανεξιχνίαστο μυστήριο αλλά ως πληροφορία προς αποκωδικοποίηση ή ως μηχανή προς επισκευή».
9. Σελ. 85: «...Ό,τι τώρα μας φοβίζει σε λίγα χρόνια θα έχει θεσμοθετηθεί και θα το αντιπαρερχόμαστε με μια παθητική αποδοχή. Οι επιτροπές της κοινωνίας θα το θεωρούν πλέον ηθικό. Αυτό όμως δεν θα είναι τέτοιο. Θα έχει ίσως βέβηλα επηρεάσει την ουσία του ήθους και της ηθικής. Θα έχει καίρια τραυματίσει το κριτήριο του καλού ή του κακού και θα έχει ανεξέλεγκτα αποπροσανατολίσει το δράμα του θεόμορφου ανθρώπου... Ήδη έχουμε προχωρήσει στην "τεχνολογία της ψυχής" και τη μηχανική επεξεργασία του προσώπου».
10. Σελ. 86: «Αν όλα πάνε καλά, θα φθάσουμε μάλλον σε μία έκτρωση και μία κλωνοποίηση· την έκτρωση του αυτεξουσίου και την κλωνοποίηση της σκέψης».
11. Σελ. 87: «Η σημερινή εποχή αγωνίζεται υπεράνθρωπα για την βιολογική μας παράταση, τη στιγμή κατά την οποία η ψυχική μας αντοχή είναι τόσο μικρή, η δε πνευματική όλο και συρρικνούται. Η φύση όμως εκδικείται, καθώς στην παράταση της ζωής απαντά με την έκρηξη νόσων ψυχικής ή νευρικής κάμψης, όπως π.χ. της νόσου του Alzheimer. Για φαντασθείτε σώματα που φιλοξενούν παράλυτες ψυχές να δυσκολεύονται να αναπαυθούν, να πεθάνουν! Εκεί μας οδηγεί η υπερβολική τεχνολογία...»
12. Σελ. 31: «Η νέα μορφή ζωής θα δομεί την ποιότητά της πάνω στον θάνατο ανυπεράσπιστων και αδύνατων συνανθρώπων μας».
13. Σελ. 32: «Οι σχέσεις (ασθενούς και ιατρού) δεν αλλοιώθηκαν απλά έπαυσαν πλέον να υπάρχουν».
14. Σελ. 33: «Το πρόσωπο όλο και συρρικνώνεται. Η ελευθερία του ανθρώπου απειλείται όσο ποτέ από την αιχμαλωσία στους νόμους και τα οικονομικά συμφέροντα».
15. Σελ. 38: «Για την Εκκλησία... το αυτεξούσιο, η ελεύθερη βούληση, ο αρμονικός σύνδεσμος ψυχής και σώματος και η μοναδικότητα και ιδιαιτερότητα των προσώπων συνθέτουν τον κύριο άξονα της σωτηρίας και την πολυτιμότερη περιουσία του ανθρώπου, η δε αιώνια προοπτική και η αίσθηση της ανάγκης του Θεού συναπαρτίζουν τα μέσα με τα οποία μπορεί να ξεπεράσει τα δεσμά του θανάτου και τους περιορισμούς της ανθρώπινης φύσης του. Χωρίς όλα αυτά ο άνθρωπος μπορεί μεν να παρατείνει τη διάρκεια της ζωής του, μπορεί να μεταβάλει τη μορφή της, δεν μπορεί όμως να έχει αίσθηση της ζωής ούτε βίωση της βαθύτερης φύσης του. Όλα αυτά τα εξασθενίζει η σύγχρονη βιοϊατρική πρόοδος».
16. Σελ. 89: «Ο κάθε ένας μας και η κοινωνία μας ως σώμα χρειαζόμαστε μεταμόσχευση φρονήματος, ήθους και πνεύματος. Χρειάζεται να ανασυνδυασθούν τα γονίδια της ψυχής και του πνεύματος ώστε να περάσουμε από τη φιλοδοξία της τεχνολογίας του βίου στην αυτοσυνειδησία της "τεχνολογίας" της ψυχής. Η αθανασία δεν επιτυγχάνεται με τεχνολογία αυτού που πεθαίνει, των γονιδίων μας, αλλά με μεταμόρφωση αυτού που δεν πεθαίνει, της ψυχής μας».
17. «Η υπερβολική ενασχόληση με το φαινόμενο της ζωής, την υγεία, το σώμα μας είναι πιθανόν να υποβαθμίσει την ψυχή και να καταστρέψει την εικόνα του ανθρώπου μέσα μας. Έτσι μπορεί να δημιουργήσει μία βιολογική φιλοζωία, η οποία το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να φθείρει την ψυχή και να οδηγήσει σε γενικευμένη και μυωπική φιλαυτία. Ήδη οι κοινωνίες μας πάσχουν από άκρατο εγωκεντρισμό και αχαλίνωτο εγωισμό. Γι' αυτό και ο κοινωνικός χαρακτήρας τους είναι σχεδόν ανύπαρκτος· συντηρούνται από μια εσωτερική δύναμη που λέγεται "κοινωνία", διαπροσωπική σχέση. Όταν ο καθένας μυωπικά αγωνίζεται μόνο και μόνο για να μην αρρωστήσει ή να επιβραδύνει τον θάνατό του ο ίδιος, τότε ποια συνεκτική δύναμη θα καταφέρει να συντηρήσει την ζωή και να εξουδετερώσει τις διασπαστικές τάσεις του κοινωνικού σώματος;».
18. Σελ. 106: «Οι αποφάσεις των άλλων για μας, είτε αυτοί λέγονται γιατροί είτε γονείς είτε νόμοι είτε οικονομικά συμφέροντα, τείνουν να γίνουν καθοριστικές της πορείας μας και δεσμευτικές της εξέλιξής μας. Οι άνθρωποι αποκτούμε μεγάλη μεν δύναμη, την οποία όμως δεν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε για τον εαυτό μας. Η ανθρώπινη δύναμη βρίσκεται στα χέρια των γνωστών ή αγνώστων "άλλων", που έχουν ήδη αποφασίσει για μας. Το ανθρώπινο θέλημα έχει υποκαταστήσει, μαζί με το θέλημα του Θεού στη ζωή μας, και κάθε ενδεχόμενο δικής μας επιλογής».
19. Σελ. 134: «Ένας άνθρωπος με υπερβολικά έντονη βιολογική ελπίδα, με συνείδηση γονιδιωματικής αποκλειστικότητος, αμφιβολία ψυχικού σθένους και αμφισβήτηση τον αυτεξουσίου του, κινδυνεύει να λειτουργεί περισσότερο ως μηχανή και λιγότερο ως πρόσωπο. Η επικέντρωσή του στο εφήμερο του αποδυναμώνει την αίσθηση της αιώνιας προοπτικής· η αλόγιστη προσπάθεια καθυστέρησης της βιολογικής φθοράς εξασθενίζει τη σχέση του με την εμπειρία της αφθαρσίας· η ανάγκη της υγείας και της ζωής και τα συναφή υπερβολικά ενδιαφέροντα της βιολογικότητός του υπογραμμίζουν την κυριαρχία του σώματος επί της ψυχής· η αλαζονεία που γεννάται από τη δυνατότητα διόρθωσης τον απομακρύνουν από την αίσθηση και την ανάγκη του Θεού. Ο άνθρωπος γίνεται περισσότερο βιολογικός και λιγότερο λογικός· περισσότερο σωματικός και λιγότερο πνευματικός· όλο και περισσότερο διεισδύει στις αρμοδιότητες του Θεού, αισθάνεται δημιουργός, Τον υποκαθιστά και τέλος Τον αρνείται».
20. Σελ. 206: «Και κάτι ακόμη· μία κοινωνία θεμελιωμένη στο συμφέρον, στην εφήμερη ευημερία, που κινείται από το χρήμα και κατευθύνεται από την εκμετάλλευση· μία κοινωνία που αγνοεί τις αξίες, έχει οξυωπία για τις εκτροπές και μυωπία για τις αρετές· μία κοινωνία που η ίδια καλλιεργεί και τέλος νομιμοποιεί τις παρανομίες (π.χ. αμβλώσεις) · μια κοινωνία που για να βελτιώσει την υγεία ή την κοινωνική ζωή αυτών που ζουν και φαίνονται, επιλέγει τον εξαναγκαστικό βιολογικό θάνατο αυτών που ζουν αλλά δεν φαίνονται· είναι δυνατόν αυτή η κοινωνία να ρυθμίσει σωστά και με ισόρροπη ευαισθησία θέματα τόσο λεπτά όσο το θέμα που μελετούμε;».
21. Σελ.233: «Ο αγώνας κατά της πτώσης και της φθοράς, όπως γίνεται στις μέρες μας, αποξενωμένος από την αίσθηση της ανάγκης της χάριτος του Θεού, η προσπάθεια να ελεγχθεί ο άρρωστος και ασθενής φυσικός κόσμος και να αντικατασταθεί από κάποιον άλλο τεχνολογικό κόσμο με άλλους νόμους και αρχές που υπόσχεται πολλά, μπορεί να μας κληρονομήσει έναν δυνατό και ανεξέλεγκτα καταστροφικό κόσμο που θα έχει εξασφαλίσει κάποια ζωή, θα έχει όμως εξαφανίσει τη χάρι του Θεού».
Εδώ, είναι η
μόνη ίσως φορά, που ο συγγραφέας γίνεται σαφής και ορθός στην έκφρασή του, όταν
μιλάη για «την ανάγκη της Χάριτος του Θεού» και όχι για «την ανάγκη του Θεού»,
για την οποία μιλάει σε άλλα σημεία στο βιβλίο του, στα οποία, νομίζομε, πρέπει
να διορθώση την έκφραση αυτή.
22. Σελ. 281: «Η υγεία...έγινε έντονα οικονομική. Μπήκε μέσα της καθοριστικά
το χρήμα και η πολυπλοκότητα. Συχνά η υγεία και η ζωή μας κρίνονται με καθαρά
οικονομικά και νομικά κριτήρια. Πανάκριβα μηχανήματα, τεράστιες αμοιβές,
απλησίαστα νοσήλεια, όλα απόρροια της υψηλής τεχνολογίας, μεταφέρουν συχνά το
πρόβλημα της υγείας από το επίπεδο της δυνατότητος θεραπείας σ' αυτό της
οικονομικής ανταπόκρισης και επάρκειας. Το πόσο θα μείνει κανείς στη μονάδα,
το αν θα δοθεί κάποιο όργανο στον έναν ή στον άλλον ασθενή, το αν θα υποστεί
κάποιος την μία ή την άλλη λιγότερο ή περισσότερο δαπανηρή θεραπεία ή επέμβαση
έπαψε πλέον να είναι θέμα καθαρά ιατρικό- έγινε έντονα οικονομικό. Η
τεχνολογία κοστίζει· το ίδιο και η υγεία. Την απολαμβάνει οποίος έχει και
πληρώνει...».
23. Σελ. 209: «Πολλοί εκ των επιστημόνων υποστηρίζουν έντονα την άποψη ότι επιλέγοντας όργανα και ιστούς από πλεονάζοντα έμβρυα μπορούμε πολύ να βελτιώσουμε την υγεία μας και τους όρους ζωής των ήδη ζώντων ανθρώπων.
Κάτι τέτοιο
όμως δε χωρίζει τους ανθρώπους σε κατηγορίες ευνοουμένων και μη; Στην εποχή των
ανθρωπίνων δικαιωμάτων αυτό δεν είναι φυλετισμός, ρατσισμός; Δεν είναι
καλύτερα αντί να εξαναγκάζουμε έναν σε θάνατο να πεθαίνουν δέκα φυσιολογικά; Το
δεύτερο είναι φθορά. Το πρώτο διαστροφή και διαφθορά.
Η απροστάτευτη ζωή ενός εμβρύου έχει πολύ μεγαλύτερη ηθική αξία από την
αυτόνομη ζωή ενός φυσιολογικού ανθρώπου. Το δικαίωμα της αρχής της ζωής είναι
ανώτερο από την προστασία της από τη φυσιολογική φθορά».
Εδώ, διερωτώμεθα: Αύτη η λογική και ευαισθησία δεν θα μπορούσε να είχε εφαρμοσθή, εκ μέρους του συγγραφέα, και στο θέμα των μεταμοσχεύσεων; Το δικαίωμα του φυσιολογικού θανάτου είναι κατώτερο από το δικαίωμα των συγγενών ή της Πολιτείας να κάνουν χρήση του σώματος του ετοιμοθάνατου για παράταση ζωής άλλων;
24. Σελ. 228: «... Η ζωή είναι δώρο ιερό και μεγάλο γιατί κληρονομιά της δεν είναι ο θάνατος, αλλά τη διαδέχεται μια κατάσταση καλύτερης, αληθινής ζωής. Ο θάνατος είναι ιερός γιατί δεν είναι θάνατος ούτε τέλος, αλλά αρχή και ανάσταση στην όντως ζωή. Είναι τόσο σημαντική η νέα γέννηση (δηλ., η είσοδος στην άλλη ζωή, την αιώνια) ώστε, μπροστά της, το τέλος της βιολογικής ζωής είναι ασήμαντα μικρό. Γι' αυτό και κάθε τεχνολογία που με το πρόσχημα της παράτασης της ζωής στην ουσία παρεμποδίζει τον φυσικό θάνατο είναι ευάλωτη πνευματικά».
Στις μεταμοσχεύσεις, με το πρόσχημα της παράτασης της ζωής, παρεμποδίζεται ο φυσικός θάνατος του δέκτη. Αλλά και του δότη, όπως σε άλλα σημεία του βιβλίου του έχει υποστηρίξει ο συγγραφέας (μέχρι να τον σκοτώσουν και να του πάρουν τα όργανα). Άρα, σύμφωνα με τα λόγια του αυτά, παραδέχεται ο συγγραφέας, ότι και η τεχνολογία των μεταμοσχεύσεων είναι πνευματικά ευάλωτη, δηλ. όχι πάντα συμφέρουσα. Βέβαια, για έναν ο οποίος είναι έτοιμος να πεθάνη, δηλ. έχει προετοιμασθή πνευματικά, ώστε να εισέλθη στην μετά θάνατον ζωή με πληροφορία σωτηρίας, γι' αυτόν η παράταση της βιολογικής ζωής του, με την βοήθεια οποιασδήποτε τεχνολογίας, είναι περιττή, ίσως και ανεπιθύμητη από τον ίδιο.
Όμως, για έναν ο οποίος δεν ευρίσκεται σε μετάνοια, αλλά έχει προϋποθέσεις μετανοίας, η τεχνολογία των μεταμοσχεύσεων μπορεί να του παρατείνη την ζωή, ώστε να μπορέση να προετοιμασθή για την άλλη ζωή. Αρκεί, βέβαια, ο δότης να είναι πτωματικός (θα είναι, όμως;), δηλ. να μη σκοτώσουν κάποιον άλλον για να ζήση αυτός. Μόνο σε αυτήν την περίπτωση η τεχνολογία των μεταμοσχεύσεων δεν είναι ευάλωτη πνευματικά.
Για έναν, ο οποίος δεν έχει προϋποθέσεις μετανοίας (αυτό, στην πράξη, κανείς δεν μπορεί να το ξέρη, μόνο ο Θεός το ξέρει), η παράτασις της ζωής του με μεταμόσχευση ζωτικού οργάνου, δεν θα τον ωφελήση πνευματικά, αλλά θα είναι προς κατάκρισίν του, όπως, δυστυχώς, συνέβη με τον καϋμένο τον Γιάννη Λ., ο οποίος, αν και έκανε μεταμόσχευση καρδίας και έζησε άλλα δέκα χρόνια, επειδή δεν ήλθε σε μετάνοια, ούτε ευχαρίστησε τον Θεό για το δώρο, κατήντησε να πεθάνη μέσα σε βαθειά απόγνωση, απομονωμένος και κλεισμένος στον εαυτό του, προγευόμενος δηλ. την κόλασή του μέσα στην μοναξιά του. Σε τι τον ωφέλησε η μεταμόσχευση καρδιάς; Σε τίποτε απολύτως. Ενήργησε προς κατάκρισίν του. Σε μία τέτοια περίπτωση, η τεχνολογία των μεταμοσχεύσεων, όταν εφαρμόζεται χωρίς πνευματική προετοιμασία και προοπτική του ασθενούς, είναι όντως ευάλωτη πνευματικά.
25. Σελ. 285: «Καθώς η επιστήμη διευρύνει τα σύνορα της Ιατρικής, μαζί με τα νεύρα μας, τεντώνει και τα όρια της παραδοσιακής ηθικής... Η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και η προσωπική αυτονομία φαίνεται πως αποτελούν το βαρύ τίμημα της καλύτερης υγείας. Η τεχνολογική ιατρική τείνει να καταστή απάνθρωπη όσον αφορά στην κοινωνική επικοινωνία, διατρέχοντας έτσι τον κίνδυνο να προσβάλει καίρια τις ανθρώπινες σχέσεις, και μόνον ανθρώπινη όσον αφορά στις ανθρώπινες δυνατότητες, περιορίζοντας έτσι σημαντικά τον ορίζοντα των προοπτικών. Έχει μη ανθρώπινα εξασθενίσει την ανθρωπιά και απάνθρωπα αυξήσει τον ανθρωπομονισμό.
...Το πρόβλημα δεν είναι η τεχνολογία, αλλά η μορφή και η κατεύθυνση που τελικά της δώσαμε... Τα αίτια ποτέ δεν βρίσκονται στα άψυχα. Το πρόβλημα είναι ο άνθρωπος. Δυστυχώς η έκρηξη της τεχνολογίας συμπίπτει με μια βαθειά κρίση αξιών...
...Χωρίς αμφιβολία, μαζί με τα προβλήματα που λύνει η τεχνολογία, δημιουργεί νέα, πρωτοφανή και τεράστια διλήμματα. Στο μέτρο που είναι αξεπέραστα προκαλεί σύγχυση. Στο επίπεδο που μπορούμε να παλεύουμε μαζί τους γεννά πρωτόγνωρες ευαισθησίες και φέρνει στην επιφάνεια νέα στοιχεία γι αυτήν την ίδια την ανθρώπινη ταυτότητα...
...Η τεχνολογία, η εξέλιξη και η πρόοδος δεν χρειάζονται οδηγίες· χρειάζονται οδηγό. Χρειάζονται τον άνθρωπο. Τον αληθινό άνθρωπο...».
26. Σελ. 107-108: «...Φτιάχνουμε και περιποιούμεθα τα σώματά μας με κάθε λεπτομέρεια και παρατήσαμε τις ψυχές μας. Επιδεικνύουμε δυσανάλογη μέριμνα για τη βιολογική μας διάσταση που τελειώνει και πλήρη αδιαφορία για την πνευματική που αιώνια παραμένει».
Αυτό που θα είχαμε να πούμε, μετά την παράθεση των ανωτέρω λόγων του συγγραφέα, είναι ότι ο ίδιος, εκ των λόγων του, θα ώφειλε να ήταν πολύ επιφυλακτικός στο θέμα των μεταμοσχεύσεων, και όχι τόσο ενθουσιώδης όσο εμφανίζεται. Οι καιροί είναι πονηροί, τα συμφέροντα τεράστια, το ανθρώπινο πρόσωπο περιφρονείται. Πώς, λοιπόν, μπορούμε να δεχθούμε καλή προαίρεση στους υπερμάχους των μεταμοσχεύσεων, και να μη τους αντιμετωπίζωμε με μεγάλη επιφύλαξη; Ειδικά την Πολιτεία; Η Εκκλησία, μέσα σε τέτοια πλαίσια ζωής, δεν οφείλει να είναι πολύ επιφυλακτική και καθόλου ενθουσιώδης; Δεν οφείλει να είναι φρόνιμη ως ο όφις; Πού, λοιπόν, την οδηγεί ο ενθουσιασμός του συγγραφέα;