«Δεν υπάρχουν ξεκάθαρες αποδείξεις ότι η κάνναβη συντελεί σε μειωμένη σοβαρότητα του πόνου ή παρεμβολή του πόνου στην λειτουργικότητα του ασθενή ή σε μειωμένη χρήση οπιοειδών», υπογραμμίζεται στα συμπεράσματα της μελέτης.

Η χρήση της φαρμακευτικής κάνναβης αποτελεί αντικείμενο επιστημονικής διαμάχης παγκοσμίως αλλά παράλληλα όλο και περισσότερες χώρες τη νομιμοποιούν.

Εδώ και χρόνια έχει διατυπωθεί η θεωρία ότι η χρήση της κάνναβης για την άμβλυνση του πόνου ενδεχομένως να συντελεί σε μειωμένη χρήση οπιοειδών. Μέχρι σήμερα όμως τα στοιχεία είναι περιορισμένα, με τις τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες μελέτες να έχουν μικρή διάρκεια (συνήθως τρεις μήνες) αποκλείοντας ασθενείς με περίπλοκα σωματικά και ψυχικά προβλήματα υγείας, ενώ δεν έχουν γίνει ελεγχόμενες μελέτες για την επίδραση της κάνναβης επί των οπιοειδών.

Στη μελέτη POINT οι συμμετέχοντες επιλέχθηκαν μέσω των φαρμακείων και συμπλήρωσαν διάφορα τεστ με στόχο την αξιολόγηση του πόνου, της σωματικής και ψυχικής υγείας, τη χρήση φαρμάκων και κάνναβης, ετησίως. Το 80% του δείγματος συμπλήρωσε το σύνολο της αξιολόγησης. Οι συμμετέχοντες βίωναν πόνο κατά μέσο όρο για δέκα χρόνια και έπαιρναν με συνταγή γιατρού οπιοειδή κατά μέσο όρο τέσσερα χρόνια. Καταγράφηκαν πολύ υψηλά ποσοστά σωματικών και ψυχικών προβλημάτων.

Η αυστραλιανή μελέτη καταλήγει λοιπόν στο συμπέρασμα ότι δεν εντοπίζεται ξεκάθαρο ρόλος της φαρμακευτικής κάνναβης στη θεραπεία του χρόνιου μη καρκινικού πόνου.

«Στη μελέτη μας τα άτομα με χρόνιο μη καρκινικό πόνο συνέχιζαν να παίρνουν οπιοειδή, παρά το γεγονός ότι ανέφεραν οφέλη από τη χρήση κάνναβης. Όμως, εμείς δεν εντοπίσαμε ισχυρά αποδεικτικά στοιχεία ότι η κάνναβη συντελούσε σε μείωση του πόνου ή της χρήσης των οπιοειδών με την πάροδο του χρόνου», σημειώνει ο Δρ Γκάμπριελ Καμπελ, συγγραφέας της μελέτης.