Η υπονόμευση του αυτονόητου (Στέλιος Παπαθανασίου, Δρ Φιλολογίας και Θεολογίας, Καθηγητής στο Πειραματικό Σχολείο Α.Π.Θ.)

“…πρώτα γνωρίζουμε την (πραγματική) πραγματικότητα (τον δυόσμο, το αη­δόνι, το πλουμί, το ποτάμι, το δάσος) και στη συνέχεια ανοιγόμαστε στον αφηρημένο αντι­κειμενισμό ή στην εικονική πραγματικότητα”.

Σκηνή πρώτη, στο χωριό μου (Νεοχώρι της Χαλκιδικής): Εχοντας κατά νου τους εξαίσι­ους στίχους του Οδυσσέα Ελύτη «δώσε μου δυόσμο να μυρίσω, λουίζα και βασιλικό», τρί­βω ένα φυλλαράκι δυόσμο από τον κήπο στη μύτη μιας δεκαοχτάχρονης φίλης της κόρης μου. «Μυρίζει τσίχλα!», απαντά και μένα αρχίζουν να με ζώνουν τα φίδια!

Σκηνή δεύτερη, στον ίδιο χώρο: Έχει αρχί­σει να σουρουπώνει και η καλλικέλαδος αηδών κοντεύει να μας τρελλάνει με τις θεσπέσιες τρί­λιες της. «Τί είναι αυτό που ακούμε;», ρωτώ με δασκαλίστικη επιμονή την φοιτήτρια (πλέον) του Α.Π.Θ., που παρέμεινε στο σπίτι μας για το δείπνο. «Το ακούω που φωνάζει (!) τη νύχτα αλλά δεν γνωρίζω τι είναι», μου απαντά για δεύτερη φορά.

Σκηνή τρίτη (και τελευταία): Είναι Ιούνιος μήνας και επιτηρώ μαθητές και μαθήτριες (πα­νελλαδικές εξετάσεις) σε μία αίθουσα νεοκλασσικού σχολείου της Θεσσαλονίκης, η οποία «βλέπει» σε ένα προαύλιο με ανθισμένες ακα­κίες. Εν αναμονή των θεμάτων που θα κατα­φθάσουν οσονούπω ηλεκτρονικώς, προχωρώ εν συντομία «στη μελέτη μιας περίπτωσης» (case stundy): «Γνωρίζετε το δέντρο που μας χαρίζει γενναιόδωρα τα άνθη και τη μυρωδιά τους;» ρωτώ τα παιδιά με την ελπίδα πως θα εισπράξω μία, έστω, ορθή απάντηση. Για μια ακόμη φορά, δυστυχώς, εισέπραξα άσχετες απαντή­σεις. Θυμήθηκα όλα αυτά τα σπαραξικάρδια, κα­θώς διάβαζα το κυριακάτικο «αποτύπωμα» της κ. Μαριάννας Τζιαντζή «Με ένα λάπτοπ ξε­χνιέμαι» (Καθημερινή, 31.12.2006), όπου αποτυπώνονται ανάλογες σκέψεις: «Ακόμα και το διάλειμμα και το ελεύθερο παιχνίδι στο ύπαι­θρο απαρνιούνται πολλά πιτσιρίκια, για να βιδωθούν μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή τους», σημειώνει περίφροντις η καλή δημοσιο­γράφος. Συμφωνώντας απολύτως μαζί της ότι «μό­νον ένας άνθρωπος των σπηλαίων θα υποτιμούσε την αξία του υπολογιστή», σκέφτομαι (παρά ταύτα) πόσο δίκαιο είχε η κ. Μαρίνα Λα­μπράκη -Πλάκα, όταν πριν από είκοσι (!) πε­ρίπου χρόνια (Το Βήμα, 25.11.1985) έγραφε: «Η ώρα του Νώε πλησιάζει. Παρακαλώ μην αμελήσετε: κρατήστε οπωσδήποτε μια θέση στην Κιβωτό για το πλουμί, το τρυφερό ρόδινο μωβ της κρητικής άνοιξης». Για την ιστορία ανα­φέρω ότι η συγγραφεύς του γοητευτικού δη­μοσιεύματος «Ebenus cretensis» κάνει λόγο για τον «θάμνο με το αιθέριο μωβ λουλούδι», που ευδοκιμεί στην Κρήτη, μόνο που τα κρητικόπουλα «δεν ξέρουν τη λέξη και αγνοούν το φυ­τό». Και πώς να ξέρουν τη λέξη οι σημερινοί νέοι, όταν «κάνουν διάλογο, επικοινωνούν, αλλά με λόγια του αέρα; Τους δώσαμε το λόγο, χω­ρίς να τους δώσουμε τις λέξεις» (Natacha Polony, «Τα χαμένα παιδιά μας», σ. 203.) «Και, όποιος δεν έχει λέξεις είναι ευάλωτος», συμπληρώνει η (εκπαιδευτικός) συγγραφεύς του ως άνω βι­βλίου (σ. 167). «Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας»,γράφει ο Γιώργος Σεφέρης, και η κ. Τζια­ντζή, «συνομιλώντας» τρόπον τινά με την κ. Λα­μπράκη -Πλάκα, ολοκληρώνει το δημοσίευμά της, προτείνοντας μεταξύ άλλων στα νέα παι­διά «να μάθουν και να “σώσουν” χίλιες ελλη­νικές λέξεις που κινδυνεύουν να ξεχαστούν». Αξιος ο μισθός αμφοτέρων, αφού μας υπεν­θυμίζει με τα θαυμάσια ελληνικά τους το αυτο­νόητο, ότι δηλαδή πρώτα γνωρίζουμε την (πραγματική) πραγματικότητα (τον δυόσμο, το αη­δόνι, το πλουμί, το ποτάμι, το δάσος) και στη συνέχεια ανοιγόμαστε στον αφηρημένο αντι­κειμενισμό ή στην εικονική πραγματικότητα. Αλλιώς διατρέχουμε τον κίνδυνο (ο οποίος είναι ήδη ορατός δια γυμνού οφθαλμού) οι δύο τε­λευταίες κατηγορίες να υπονομεύσουν σε τέ­τοιο βαθμό το περί ου ο λόγος αυτονόητο, ώστε να παύσει να είναι αυτονόητο!

Η «επανάσταση των blogs» Θα ολοκληρώσω με μιαν ακόμη (καλοπρο­αίρετη) αναφορά. Ο κ. Νίκος Δήμου στο ίδιο φύλλο της Καθημερινής γράφει για την «επα­νάσταση των blogs». Ενδιαφέρον το εν λόγω δημοσίευμα και αδιαμφισβήτητη η χρησιμό­τητά του. Υπάρχει όμως και μία διάσταση της «επανάστασης των blogs», στην οποία ο πολυ­σχιδής συγγραφέας (και εξαιρετικά ενημερω­μένος χρήστης των ηλεκτρονικών μέσων) δεν αναφέρεται. Η πληροφόρηση των μπλόγκς, κατά την Ελένη Γλύκατζη – Αρβελέρ, είναι πολλές φο­ρές «κακόβουλη και κίτρινη» («Ελευθεροτυ­πία» 16.1.2007). Ωστόσο, το μεγάλο πρόβλημα βρίσκεται αλλού. Μας πληροφορεί, λοιπόν, η ίδια ότι «έρευνα στα μεγαλύτερα πανεπιστήμια της Αγγλίας έδειξε ότι το 85% των φοιτητών έχουν ή γράφουν σε κάποιο από τα “μπλόγκς” του διαδικτύου, όμως μόλις 5% γνωρίζουν να βράσουν ένα αυγό…». Ο κ. Δήμου έχοντας γνωρίσει το Πάπιγκο από κοντά και έχοντας γράψει γι’ αυτή την εμπειρία του, έχοντας δει, επίσης, με τα ίδια του τα μάτια μια ανθισμένη κερασιά και έχοντας γράψει γι’ αυτό το αριστούργημα της ανοιξιά­τικης φύσης, έχοντας τέλος, ρουφήξει ηδονικά τις περιγραφές του Παπαδιαμάντη («ταύτα όλα βασίζονται επί της πραγμτικότητος») και έχο­ντας γράψει με τον γνωστό γλαφυρό του τρό­πο για τον «Ρεμβασμό του Δεκαπενταυγούστου», διαθέτει την πολυτέλεια να αποθεώνει τα ηλεκτρονικά μέσα και να κάνει λόγο για τον «Παράδεισο της αυτο-έκφρασης» μέσω της «μπλογκόσφαιρας». Τί θα γίνει όμως με τα ανερμάτιστα, όσον αφορά την απτή εμπειρία, παιδιά μας ή με το ενδεχόμενο ο διάσημος Έλλην blogger «Πιτσι­ρίκος» να συμπεριφέρεται όπως τα «πιτσιρί­κια» της κ. Τζιαντζή; Μήπως στο προσωπικό blog του κ. Δήμου θα πρέπει να παρεισφρήσουν και αποσπάσματα κειμένων όπως το ακόλουθο (αφιερωμένο εξαιρετικά) με την παρότρυνση οι πολυπληθείς «επισκέπτες» του να κλείνουν κάπου-κάπου τον υπολογιστή τους, να βράζουν δυο-τρία αυγά για προσφάι και «να παίρνουν δίπλα τα βουνά, δίπλα τα κορφοβούνια»; «Κάτω στα Βουρλίδια, καθώς κατηφορίζεις από τις Βίγλες, ανάμεσα Πλατάνη καί Πετράλωνα, σιμά στης Γανωτίνας τον Μύλον, εκεί κα­τεβαίνει το ρεύμα χείμαρρος, νάμα, δρόσος και ίαμα από τα όρη του Θεού. Εκεί ευφροσύνη ορνέων, επαύλεις Σειρήνων, και καλάμη και χλόη· εκεί το όμμα απολαύει γωνίαν παραδεί­σου, και η ψυχή δροσίζεται, ως σώφρων Αννα, κινούσα τα χείλη εις προσευχήν, χωρίς ν’ ακού­εται η φωνή της, φωνή μυστηριωδώς ψιθυρίζουσα εις την καρδίαν: Συ εποίησας πάντα τα ωραία της γης, θέρος και έαρ, συ έπλασας αυτά» (Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, «Τ’ Αερικό στο δέντρο»).

(Πηγή: «Μακεδονία», 11.3.2007)

[Ψήφοι: 1 Βαθμολογία: 5]