- Η ΑΛΛΗ ΟΨΙΣ - https://alopsis.gr -

Η μετάλλαξη της βίας (Ευγένιος Αρανίτσης)

Στην Ανατολή, όπου οι γυναίκες μαστιγώνονται ή εκτελούνται με λιθοβολισμό ενώ τα παιδιά, όταν δεν πεθαίνουν από την έλλειψη νερού, εκπαιδεύονται στη χρήση των όπλων, εντοπίζει κανείς τις παρωχημένες μορφές βίας που η Δύση αρέσκεται να καταγγέλλει σαν σκανδαλώδεις αναχρονισμούς. Αλλά στην ίδια τη Δύση, όπου οι γυναίκες έχουν αποξενωθεί από οτιδήποτε συγκροτούσε κάποτε τον εαυτό τους, ενώ τα παιδιά, με την ανοχή μια απαθούς οικογένειας, ολότελα ξένης προς τις συναισθηματικές δοσοληψίες και ευθύνες, υποβάλλονται μέχρις εξουθενώσεως στη μαρτυρική δοκιμασία ενός σχολείου αποκλειστικά προσανατολισμένου στην εκμηδένιση της σκέψης, η βία είναι ομολογουμένως χίλιες φορές πιο εγκληματική.”

Θα με ενδιέφερε να δείξω την ένταση με την οποία ασκείται η βία ειδικά εκεί όπου όλα δείχνουν ότι δεν υφίσταται βία καθόλου. Πριν από είκοσι χρόνια, ένας ψυχίατρος, με τον οποίο σχολιάζαμε τα κρούσματα αλλοτρίωσης, με διαβεβαίωνε, φέρ’ ειπείν, για τη σφοδρή αλλά μη συνειδητοποιημένη βία που ασκείται στους ψυχοσωματικούς ρυθμούς του ατόμου απλώς και μόνον επειδή το βάδισμα στον δρόμο διακόπτεται αυθαίρετα από τον κόκκινο σηματοδότη της τροχαίας τεμαχίζοντας καθέτως την αλληλουχία της κίνησης. Σίγουρα ο πεζός διδασκόταν το σύστημα τιμωρίας/ανταμοιβής του Παυλόφ.

Τότε ακόμη, οι άνθρωποι συνεχίζαμε να αντιδρούμε στη φρίκη των αυτοματισμών όπως ο Τσάπλιν, πολλές δεκαετίες πριν, με την κλασική εκείνη ταινία του. Μπορούσες να δεις το ζήτημα απ’ τη σκοπιά μιας πολιτικής διαμαρτυρίας για τον ξέφρενο καλπασμό των τυποποιήσεων και να διαισθανθείς το πνεύμα του φασισμού που αναβίωνε στη χρήση των συσκευών και των οχημάτων. Αυτή η στάση αποτελεί μιαν ωραία ανάμνηση. Σήμερα, οπουδήποτε και αν κοιτάξεις, διαπιστώνεις ότι ο κόσμος απορροφά το κακό και το μεταβολίζει αθόρυβα. Το κακό ενσωματώνεται και κυκλοφορεί σαν κάτι διάχυτο, αδιαχώριστο απ’ τις πιο δημοφιλείς όψεις της περίφημης αποτελεσματικότητας.

Ζούμε όντως, εδώ και είκοσι τουλάχιστον χρόνια, μιαν εντελώς πρωτόγνωρη μορφή βίας, μιας βίας σχεδόν γαλήνιας, μιαν ήρεμη καταστροφή στο επίκεντρο της οποίας τρόμος και πρόοδος συγχωνεύονται. Η βία δεν είναι πλέον μια τυφλή δύναμη που πλήττει άμεσα την ακεραιότητα του σώματος ή τις ψευδαισθήσεις ασφάλειας της ψυχής αλλά αδρανοποιείται με θεμιτό τρόπο μέσα σ’ ένα απέραντο νεκροταφείο καταφάσεων και θετικών συσχετισμών. Για παράδειγμα, η βία δεσπόζει παντού εν είδει εγκαθιδρυμένης απόστασης μεταξύ ανθρώπων, που φέρονται ο ένας στον άλλον σαν σε φορείς λοιμώξεων. Την αναγνωρίζεις στην αξιοθρήνητη ικανότητα των ατόμων να δρουν μηχανικά, να πιστεύουν πως το κάθε τι που κάνουν αποτελεί «επιλογή», να συζητούν λες και απαντούν σε τεστ και, εν γένει, να υιοθετούν ένα σύνολο στεγνών και άψυχων συμπεριφορών που δεν είναι παρά αλλελεπιδράσεις κατά το πρότυπο των ηλεκτρονικών συστημάτων. Η λογική που διέπει αυτή την αναίμακτη βία δεν είναι ποτέ συγκρουσιακή αλλά αναδύεται από τους πόρους της καθημερινής ρουτίνας όπως η μόλυνση της ατμόσφαιρας.

Στην Ανατολή, όπου οι γυναίκες μαστιγώνονται ή εκτελούνται με λιθοβολισμό ενώ τα παιδιά, όταν δεν πεθαίνουν από την έλλειψη νερού, εκπαιδεύονται στη χρήση των όπλων, εντοπίζει κανείς τις παρωχημένες μορφές βίας που η Δύση αρέσκεται να καταγγέλλει σαν σκανδαλώδεις αναχρονισμούς. Αλλά στην ίδια τη Δύση, όπου οι γυναίκες έχουν αποξενωθεί από οτιδήποτε συγκροτούσε κάποτε τον εαυτό τους, ενώ τα παιδιά, με την ανοχή μια απαθούς οικογένειας, ολότελα ξένης προς τις συναισθηματικές δοσοληψίες και ευθύνες, υποβάλλονται μέχρις εξουθενώσεως στη μαρτυρική δοκιμασία ενός σχολείου αποκλειστικά προσανατολισμένου στην εκμηδένιση της σκέψης, η βία είναι ομολογουμένως χίλιες φορές πιο εγκληματική.

Πράγματι, καταργώντας τις διαφορές που σηματοδοτούσαν τις ποικιλίες της ζωής, τις οποίες έμαθε προ πολλού να αντιμετωπίζει σαν στατιστικές ανωμαλίες, ο χαώδης δυτικός κόσμος επέτρεψε στη βία να εγκαταλείψει τη βαναυσότητα και να συναιρεθεί με τις εκδοχές εκείνες των καθηκόντων και δικαιωμάτων που υποτίθεται ότι απαρτίζουν, ακριβώς, το δημοκρατικό του πρόσωπο. Η βία είναι τώρα παρούσα σε κάθε επίπεδο της κοινωνικής εμπειρίας σαν ένας κυκεώνας από λεπτούς εσωτερικούς καταναγκασμούς που υποχρεώνουν το άτομο να ανταποκριθεί στις αμέτρητες προκλήσεις του main-stream. Οι αντιρρήσεις, οι αντιδράσεις, οι αντιστάσεις, η επιθετικότητα, όλ’ αυτά εξορθολογίζονται και ατονούν. Οι θεσμοί υπάρχουν για την εξομάλυνση των μεταπτώσεων της μάζας από τη μία διάθεση στην άλλη, ευελπιστώντας σε μιαν ήσυχη ροή του κακού γύρω απ’ τις αντιξοότητες. Τα προβλήματα δεν λύνονται πια, απλώς παρακάμπτονται ή αποσιωπούνται. Ο μεσαίος χώρος δεν τα ανέχεται. Η βία, φιλική στον χρήστη, μένει κρυμμένη στην ίδια την ομοιομορφία της προφάνειας των φαινομένων απ’ όπου, φυσικά, διοχετεύεται στην κατάθλιψη που μαστίζει την οικουμένη.

Ετσι, την βρίσκουμε να έχει διαβρώσει πρωτίστως τις πλευρές εκείνες της δουλειάς και της ψυχαγωγίας που συνθέτουν το ιδανικό πορτρέτο της εκσυγχρονισμένης ευτυχίας. Για παράδειγμα, στην επαγγελματική σφαίρα, η βία λύνει και δένει μέσω της απαράβατης υπόδειξης να είναι κανείς, σε εικοσιτετράωρη βάση, διαθέσιμος και μαζί απρόσωπος, μ’ άλλα λόγια να μην είναι άνθρωπος, πράγμα πολύ χειρότερο απ’ τη σκλαβιά, αφού ο σκλάβος, εξακολουθούσε ολοφάνερα να είναι άνθρωπος, είτε αγανακτισμένος είτε στωικός. Αναλόγως, ο ανταγωνισμός, που εκθειάζεται σαν η πεμπτουσία της εξέλιξης, γίνεται θανατηφόρος. Οσο για τις ερωτικές σχέσεις ή την ψυχαγωγία, εδώ η βία εισβάλλει και εγκαθίσταται υπό τύπον θανατερής ψυχρότητας, σαν ένα πλέγμα ανακλαστικών τα οποία μετατρέπουν τη ζωή σε καθαρή διεκπεραίωση, δίχως απόλαυση και δίχως ίχνος εγκαρδιότητας.

Προσπαθώντας λοιπόν κανείς να αποκτήσει επίγνωση της παγωμένης βίας αυτού του είδους, δηλαδή της βίας που κυριαρχεί έχοντας προσλάβει την όψη της πιο αθώας ομαλότητας, πολύ λίγο θα ωφεληθεί από άρθρα που αφορούν την κακοποίηση ανηλίκων ή τους πολέμους των συμμοριών του υποκόσμου, ενώ θα φωτιστεί αρκετά ρίχνοντας μια ματιά εκεί απ’ όπου η βία είναι, φαινομενικά, αποκλεισμένη, ας πούμε στα γυναικεία έντυπα, όπου το επιβαλλόμενο πρότυπο ωθεί εκβιαστικά το υποκείμενο στο να μάχεται εξαντλητικά, σε όλα τα μέτωπα ώς την τελική πτώση. Ικανό στέλεχος επιχείρησης και ταυτοχρόνως γατούλα του σεξ, μητέρα και διανοούμενη, κοσμική και νοικοκυρά, καταδικασμένη να χοροπηδάει στο γυμναστήριο και συνάμα μελετηρή αναγνώστρια άρθρων για τη δυσλεξία, όλ’ αυτά σε συνδυασμό με την παντελή έλλειψη απάντησης στο φοβερό ερώτημα της ταυτότητας, η γυναίκα πλήττεται από έναν κατακερματισμό απείρως πιο επώδυνο και εξευτελιστικό απ’ ό,τι η βία που ασκείται επάνω της στα καθυστερημένα καθεστώτα του τρίτου κόσμου. Ρωτήστε τη γυναίκα αυτή και ενδέχεται να σας μιλήσει για μιαν βία στ’ αλήθεια ανυπολόγιστη, που οι άντρες δεν υποπτευόμαστε καν.

(Πηγή: “Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία” 14/1/2007)