Απάντησις εις νέον θεολόγον–κληρικόν και συγγραφέα ΔΥΣΤΥΧΩΣ ὑπάρχει ἕνας ἰσχυρὸς πόλεμος, ἐσωτερικός, καὶ τελευταῖα ἀπροκάλυπτος, μὲ τάσεις οἰκουμενιστικές, μοντέρνες καὶ ἀλλότριες καὶ μάλιστα ἀπὸ κινήσεις Ἀρχιερέων. Μιλοῦν γιὰ μετάφραση τῆς ἀπειρόκαλλης θείας Λειτουργίας, γιὰ δύο Ἐκκλησίες, γιὰ εἴσοδο τῶν γυναικῶν στὸ ἱερὸ βῆμα, γιὰ νεοπατερική, μεταπατερικὴ καὶ συναφειακὴ θεολογία, γιὰ κοσμικὲς συναυλίες ἐντὸς τῶν ἱερῶν ναῶν καὶ λοιπά. Τοὺς μιμοῦνται καὶ ἀκολουθοῦν ἱερεῖς, ποὺ παρασύρουν τὸν λαὸ σ᾽ ἕνα δρόμο ἁπλουστεύσεως, εὐκολίας καὶ ἰσοπεδώσεως. Ὅποιος ἀντιδρᾶ ἀμέσως χαρακτηρίζεται φανατικός, ταλιμπάν, ἀπηρχαιωμένος, μονολιθικὸς καὶ ἀρτηριοσκληρωτικός. Γίνεται προσπάθεια νὰ φθαρεῖ, νὰ γελοιοποιηθεῖ, νὰ θεωρηθεῖ φαιδρός. Ἡ ἀκρίβεια, ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ παράδοση θὰ ἐλέγχει πάντα τοὺς παραχαράκτες. Ἕνα νέο, λίαν σοβαρό, ἐπικίνδυνο, ἐπιπόλαιο, ἄστοχο καὶ ἀσεβὲς ἀτόπημα ἀποτελεῖ ἡ ἔκδοση ἑνὸς βιβλίου μὲ τὸν βαρύγδουπο τίτλο “οἱ προϋποθέσεις τῆς ἱερωσύνης μέσα ἀπὸ τὰ κείμενα τῶν Πατέρων…. Κανονικὸ Δίκαιο καὶ Οἰκονομία στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας” κάποιου νεαροῦ θεολόγου Ἰωάννου Ἀ. Ἀρσενιάδη, ποὺ πρόσφατα πληροφοροῦμαι χειροτονήθηκε καὶ κληρικός.
Μοῦ εἶπαν ὁρισμένοι νὰ μὴ ἀσχοληθῶ καθόλου, γιατὶ δὲν ἀξίζει τὸν κόπο, θὰ χάσω ἄδικα χρόνο στὴ μελέτη του, θὰ τοῦ δώσω ἀξία, ὅτι πρόκειται γιὰ συμπίλημα ἀπὸ συνεχεῖς ἀντιγραφές, παρὰ τὶς παραπομπὲς καὶ τὴ φαινομενικὴ γνώση τῶν Πατέρων. Κάποιοι χαρακτηρισμοὶ τοῦ δευτέρου μέρους τοῦ βιβλίου μὲ ἀνάγκασαν νὰ σύρω τὶς γραμμὲς αὐτὲς μὲ πόνο, λύπη, ἔκπληξη καὶ πίκρα. Σκέπτομαι ποιοί τὸν παρότρυναν σὲ κάτι τέτοιο, ποιοί πνευματικοὶ τὸν συμβούλεψαν, ποιοί καθηγητὲς τοῦ ἔδωσαν ὕλη, ποιοί δέχτηκαν νὰ τὸ τυπώσουν καί, τὸ πιὸ σοβαρό, ποιοί νὰ τὸν χειροτονήσουν.
ΟΛΟ ΤΟ πρῶτο μέρος δὲν βοηθᾶ καθόλου τὸν φιλόδοξο νέο νὰ βγάλει τ᾽ ἀνίερα καὶ ἀσεβῆ συμπεράσματα τοῦ δευτέρου μέρους τοῦ ἐπικίνδυνου βιβλίου του. Τὸ πρῶτο μέρος λέει τ᾽ ἀκριβῶς ἀντίθετα ἀπὸ τὰ τοῦ δευτέρου. Ὑπάρχει σύγχυση ἢ κακὴ πρόθεση; Προσπαθεῖ νὰ δικαιολογήσει τ᾽ ἀδικαιολόγητα καὶ νὰ τεκμηριώσει πατερικὰ προβλήματα προσωπικὰ ἢ φίλων του;
ΜΑΣ ΛΕΓΕΙ λοιπὸν ὁ νέος αὐτὸς θεολόγος ὅτι τὰ κείμενα τῶν Πατέρων καὶ οἱ ἱεροὶ κανόνες τῆς Ἐκκλησίας γράφτηκαν μόνο γιὰ ἐκεῖ καὶ γιὰ τότε καὶ ὄχι γιὰ ἐδῶ καὶ τώρα. Τονίζει ὅτι ἀστοχοῦμε, ἂν δὲν τὰ ἐντάσσουμε μέσα στὸ ἱστορικό τους πλαίσιο. Μᾶς διδάσκει ὅτι πορνεία στὴν Κ. Διαθήκη σημαίνει εἰδωλολατρία, ἀποστασία ἀπὸ τὸν Θεό, ἀνηθικότητα χωρὶς ἀγάπη (λὲς καὶ ὑπάρχει καὶ ἀνηθικότητα μὲ ἀγάπη), ὅταν εἶναι ἡ πράξη μὲ χρήματα καὶ ἐγωϊσμό. Ὅταν εἶναι ταπεινὴ καὶ δίχως χρήματα ἆραγε δὲν εἶναι πορνεία; Οἱ Ἱεροὶ Κανόνες μᾶς λέγει ὁ νέος θεολόγος θέλουν “πιὸ ἐλεύθερη ἑρμηνευτικὴ μέθοδο” καὶ “ἡ ἐνδεδειγμένη μέθοδος ἑρμηνείας εἶναι ἱστορική”, δηλαδὴ ὅτι ἐγράφησαν γιὰ ἐκείνη τὴν ἐποχὴ καὶ ὄχι γιὰ τὴ δική μας. Ἡ παράβαση τῶν Κανόνων σημαίνει γιὰ τὸν φιλόδοξο συγγραφέα παραπλάνηση καὶ ἀστοχία καὶ ὄχι ἁμαρτία. Μᾶς ὑποδεικνύει ὅτι λαθεύουμε νὰ ἰσχυριζόμαστε ὅτι οἱ Ἱεροὶ Κανόνες εἶναι ἀμετάτρεπτοι.
ΕΙΡΩΝΕΥΕΤΑΙ τοὺς ἀκραιφνεῖς ὀρθοδόξους χριστιανοὺς ὅτι λησμονοῦν τὸν ἀρχαῖο θεσμὸ τῆς οἰκονομίας. Ἡ οἰκονομία ὅμως δὲν ἀντικαθιστᾶ τὴν ἀκρίβεια καὶ ἡ ἀκρίβεια δὲν ἀποτελεῖ ἐξαίρεση. Οἰκονομία δὲν ὑπάρχει σὲ θέματα ὄχι μόνο δογματικὰ ἀλλὰ καὶ σὲ σοβαρὰ ἠθικά. Ἡ γνωστὴ ρήση εἶναι ἀληθινή: Ἅγιος γίνεσαι, ἀλλὰ παπὰς δὲν γίνεσαι! Δὲν εἶναι αὐτὸ ζηλωτισμός, ἀλλὰ πίστη τῆς Ἐκκλησίας παλαιότατη καὶ ὄχι τοῦ 19ου αἰῶνος, ὅπως βεβαίως ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ ὑποκρισία καὶ ἡ πλεονεξία. Οἱ παραπομπὲς στὸν π. Φιλόθεο Φάρο δείχνουν ὅτι συμφωνεῖ μαζί του, ὁ ὁποῖος φθάνει νὰ λέει: “ὁ ἔρως ὅμως δὲν εἶναι ἁπλῶς μιὰ σωματικὴ λειτουργία, οὔτε ἕνα θανάσιμο ἁμάρτημα, ἀλλὰ ἡ θεόσδοτη παρόρμηση τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἐπιδιώξει τὴν ἕνωσή του μὲ τὸν ἄλλο, ποὺ εἶναι βασικὴ προϋπόθεση τῆς ζωῆς”. Γίνεται ἐσκεμμένα παρερμηνεία τῶν Γραφῶν, γιὰ νὰ ἐξαχθοῦν συμπεράσματα τῆς ἀρεσκείας, τῆς προτιμήσεως κι ἐξυπηρετήσεώς τους. Ὁ π. Φιλόθεος μάλιστα λέγει πὼς πολλοὶ νέοι ὁδηγοῦνται σὲ ψυχοπάθεια λόγω τῆς αὐστηρότητος κάποιων παραδοσιακῶν ἱερέων σὲ θέματα ἠθικῆς. Πιστεύουμε πὼς τὸ ἀντίθετο συμβαίνει ἀπὸ τ᾽ ἀχαλίνωτα πάθη καὶ τὸν πανσεξουαλισμό.
Ὁ μεγάλος νεαρὸς θεολόγος ἀποφθέγγεται μετὰ πάσης βεβαιότητας: “Κανένας μὰ κανένας ἄνθρωπος ὅμως πάνω στὴν γῆ εἴτε εἶναι κληρικός, εἴτε εἶναι μοναχός, εἴτε εἶναι λαϊκὸς εἴτε ἀκόμα, ἀκόμα κι ἂν εἶναι ἅγιος δὲν μπορεῖ νὰ ἰσχυρισθεῖ ὅτι εἶναι ἐρωτικὰ ἀνέπαφος καὶ ἂς ἔχει καὶ τὸ χάρισμα τῆς παρθενίας καὶ αὐτὸ τὸ λέμε μὲ τόση σιγουριά, διότι μελετώντας τὰ κείμενα τῶν Πατέρων βλέπουμε μεγάλους Ἁγίους Ἱεράρχας τῆς Ἐκκλησίας μας νὰ διατυπώνουν καὶ νὰ λέγουν γιὰ τὸν ἑαυτό τους ὅτι δὲν εἶναι ἐρωτικὰ ἀνέπαφοι, ὅπως ὁ Μέγας Βασίλειος, ποὺ λέγει ὅτι “ἂν καὶ δὲν παντρεύτηκα δὲν εἶμαι παρθένος”! Ἐδῶ ἀποδεικνύεται ἡ ἀγραμματοσύνη τοῦ σπουδαίου θεολόγου. Ἡ ἔκφραση τοῦ οὐρανοφάντορος Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, τοῦ τέλειου μεταξὺ τῶν τελείων, θέλει νὰ δείξει τὸ ὕψος τῆς παρθενίας καὶ τὸ μέγεθος τῆς ταπεινώσεώς του. Ἐκεῖ ὅμως ποὺ ἐξέρχεται τῶν ὁρίων εἶναι ὅταν ἀσεβῶς γράφει –καὶ νὰ μὲ συγχωρεῖτε γιὰ τὴ μεταφορά– “ὁ δὲ Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος δὲν διστάζει νὰ ὁμολογήσει ὅτι ἦταν καὶ σοδομίτης “γνώμῃ καὶ προαιρέσει”. Αὐτὸ μᾶς δείχνει ὅτι οἱ Πατέρες δὲν διαχώριζαν τὶς ἁμαρτίες σὲ βαριὲς καὶ ἐλαφριές, ἀλλὰ πάντοτε ἔδιναν βάση στὴν μετάνοια τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν προσφορὰ τῆς ὑπάρξεώς τους στὴν εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ”. Ἡ μετάνοια δὲν σοῦ δίνει δικαίωμα γιὰ τὴν ἱερωσύνη. Τὸ νὰ κατονομάζει ἔτσι τὸν Ἅγιο Συμεὼν τὸν Νέο Θεολόγο εἶναι αὐθαιρεσία, παρερμηνεία, πλήρης ἀκατανοησία τοῦ πατερικοῦ λόγου. Ὅταν ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέγει “εἶμαι ὁ πρῶτος τῶν ἁμαρτωλῶν”, σημαίνει ὅτι ἦταν φονιάς, ληστὴς καὶ πόρνος; Ὅταν ὁ Μέγας Βασίλειος λέγει “δέξαι οὖν καμέ, φιλάνθρωπε Χριστέ, ὡς τὴν πόρνην, ὡς τὸν Ληστήν, ὡς τὸν Τελώνην καὶ ὡς τὸν Ἄσωτον καὶ ἆρόν μου τὸ βαρὺ φορτίον τῶν ἁμαρτιῶν”, σημαίνει ὅτι εἶναι ληστὴς καὶ πόρνος; Ὁ Ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος στὶς εὐχὲς τῆς θείας Μεταλήψεως λέγει: “Ὡς τὸν Ἄσωτον ἐδέξω, καὶ τὴν Πόρνην προσελθοῦσαν, οὕτω δέξαι μὲ τὸν πόρνον καὶ τὸν ἄσωτον οἰκτίρμον” σημαίνει ὅτι ἦταν πόρνος καὶ ἄσωτος; Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς προσερχόμενος στὴ θεία Κοινωνία λέγει: “Φώτισόν μου τὰ τῆς ψυχῆς αἰσθητήρια, καταφλέγων μου τὰ τῆς ἁμαρτίας ἐγκλήματα”, σημαίνει ὅτι εἶναι ἐγκληματίας; Νὰ μὴ χάσουμε στὸ τέλος τὴ σοβαρότητά μας, τὰ λογικὰ μας καὶ τὰ λίγα γράμματα, ποὺ γνωρίζουμε.
Φυσικὰ καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες δὲν ἦταν ἠθικιστές. Ἦταν ὅμως ἠθικοί, εἶχαν ἀκέραιο ἦθος καὶ μὲ τὰ ἔργα τους μάστιζαν τοὺς τελῶνες καὶ τοὺς φαρισαίους, ὅπως καὶ ὁ Χριστός, ποὺ εἶπε καὶ μόνο νὰ δεῖς πονηρὰ μοίχευσες στὴν καρδιά σου. Ἔφαγε ὁ Χριστὸς μὲ τοὺς ἁμαρτωλούς, ἀλλὰ δὲν χάϊδεψε τὰ πάθη τους, δὲν τὰ ἐπαίνεσε, δὲν τὰ παρέβλεψε, τοὺς ἀγάπησε, γιὰ νὰ συγκινηθοῦν καὶ νὰ μετανοήσουν. Ἡ στάση αὐτὴ δὲν σημαίνει ὅτι κανεὶς μπορεῖ ν᾽ ἁμαρτάνει ἀσύστολα καὶ νὰ θέλει νὰ γίνει ἱερεύς, λέγοντας ὅτι μετανόησε καὶ ὁ Χριστὸς ὅλα τὰ συγχωρεῖ. Αὐτὴ ἡ ἀγαπολογία εἶναι ἐπισφαλὴς καὶ παραπλανητική.
Οἱ Ἐπίσκοποι χειροτονοῦνται γιὰ νὰ τηροῦν τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὄχι γιὰ νὰ τοὺς παραβλέπουν, νὰ τοὺς χρησιμοποιοῦν μόνο πρὸς ὑπεράσπιση τῶν δικαιωμάτων τους καὶ νὰ τοὺς παρερμηνεύουν, νομίζοντας ὅτι ἔτσι βοηθοῦν. Ἡ ἀθέτηση τῶν Ἱερῶν Κανόνων ἔχει δυσμενεῖς συνέπειες. Σεβάσμιος Ἁγιορείτης Γέροντας ἔλεγε πὼς “ὅλα τὰ προβλήματα τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι ἀπὸ κωλυματούχους κληρικούς”! Οἱ ὀδυνηρὲς ἀλήθειες δὲν εἶναι ἐνοχλητικὲς κι ἐξοργιστικὲς γιὰ τοὺς ἀνώριμους, ὅπως γράφει ὁ ἔμπειρος καὶ ὥριμος νεανίσκος συγγραφέας, ἐμᾶς, ἀλλὰ γιὰ ὅσους καταπατοῦν τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες τῆς ἁγίας μητέρας μας Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Ὁ Θεὸς νὰ ἐλεήσει τὸν νεοχειροτόνητο Ἀρχιμανδρίτη Ἰωάννη Ἀρσενιάδη. Ἐγκάρδια εὔχομαι ν᾽ ἀνανήψει γιὰ τὶς ἀσεβεῖς, ἀνακριβεῖς, ἐπιπόλαιες καὶ ἐξωπραγματικὲς ρήσεις του. Ἡ ἱερωσύνη δὲν εἶναι τέχνασμα, πείραμα, παιχνίδι καὶ δοκιμή, ἀλλὰ θυσία, προσφορά, τελείωση καὶ μαρτυρία ζῶντος Θεοῦ, ποὺ ἀδυνατεῖ νὰ σκηνώσει στὸ ἀκάθαρτο.
(Πηγή: «Ὀρθόδοξος Τύπος», 07.01.2011)
Ἀπάντησις εἰς τον Ἁγιορείτην Μοναχόν Μωϋσῆν
14.1.2011
Κύριε Διευθυντά,
Μετὰ πολλῆς λύπης ἀνέγνωσα τὸ ἀνορθόδοξο περιεχόμενο ὀρθοδόξου διαμαρτυρίας τοῦ πολιοῦ ἐν μοναχοῖς πατρὸς Μωϋσέως Ἁγιορείτου, τὸ ὁποῖον ἐδημοσιεύθη τῇ 7ῃ Ἰανουαρίου 2011 εἰς τὴν ἐφημερίδα Ὀρθόδοξος Τύπος μὲ ἀριθμὸν φύλλου 1861. Δὲν θὰ ἤθελα νὰ ὑπεισέλθω στὶς πρωτοφανεῖς, ἀβάσιμες καὶ παντελῶς ἀστήρικτες αἰτιάσεις του, διότι ὡς φαίνεται ὁ λόγιος π. Μωϋσής δὲν ἐμελέτησε ἐπισταμένως τὴν ἐργασία μου, ἀλλά ἐπέλεξε τὴν ἐπιλεκτικὴν χρῆσιν ἀποσπασμάτων ἀλλοιώνοντας δυστυχῶς τὸ νόημα παραβλέποντας βεβαίως καὶ τὶς παραπομπές.
Δὲν θὰ ἤθελα νὰ ἐπεκταθῶ. Θὰ ἤθελα μόνον εὐλαβῶς νὰ καταθέσω κάποιες ἐρωτήσεις-ἀπορίες, ποὺ ἀπαιτοῦν ὀρθόδοξη προσέγγισιν, ὥστε νὰ ἀπαντηθοῦν μὲ πνεῦμα οἰκοδομῆς.
1. Ὁ π. Μωϋσῆς διάβασε σὲ κάποιες σελίδες τοῦ κρινόμενου βιβλίου μου θέσιν καὶ ἄποψιν ἰδικήν μου, ποὺ νὰ ὁμιλεῖ περὶ καταργήσεως τῶν Θείων καὶ Ἱερῶν Κανόνων ἤ τῆς ἰσχύος των; Ἐὰν εἶχε καλὴν πρόθεσιν, θὰ μποροῦσε ὡς πατὴρ μὲ πόνο ψυχῆς, ὡς γράφει, νὰ μὲ καλοῦσε, μεταξὺ αὐτοῦ καὶ ἐμοῦ πρῶτον, καὶ εὐχαρίστως νὰ ἀκούσω καὶ νὰ δεχθῶ τὴν οἱανδήποτε ἄποψιν ἅμα δὲ καὶ ἐπιτίμησιν.
2. Πῶς μὲ χαρακτηρίζει οἰκουμενιστήν καὶ ἀγράμματον καὶ πόθεν τεκμέρεται τό μὴ ὀρθόδοξον φρόνημά μου, τὴν στιγμὴν ποὺ ὁ ἴδιος ἀντὶ νὰ ἔχει διάθεσιν οἰκοδομῆς καὶ διορθώσεως δεικνύει διάθεσιν καταδίκης καὶ ἐξοντώσεώς μου;
3. Ἀλήθεια, ποιοὶ κανόνες τῆς Ἁγίας Ὀρθοδόξου Πίστεώς μας υἱοθετοῦν τὴν διαπόμπευσιν καὶ τὴν ὕβριν ὡς μέσου παιδαγωγίας;
Λυποῦμαι ποὺ ἡ λύπη, ἡ ἔκπληξις καὶ ἡ πίκρα τοῦ πατρὸς Μωϋσέως δὲν ὑπῆρξε εἰλικρινὴς, ἀλλά μᾶλλον σκόπιμος διάθεσις διαστρεβλώσεως τῶν πραγμάτων.
Δὲν ἰσχυρίζομαι ὅτι ἡ ἐργασία μου δὲν ἔχει ἀτέλειες ἤ πιθανὸν καὶ παραλείψεις, οὔτε διεκήρυξα ὅτι ἀποτελεῖ θέσφατον ἀξίωμα θεολογικῆς τοποθετήσεως ἐπὶ μειζόνων θεμάτων, ὡς εἶναι ἡ ἰσχὺς τῶν Θείων καὶ Ἱερῶν Κανόνων καὶ τὸ κῦρος αὐτῶν.
Εὐχαρίστως δέχομαι τὶς ὅποιες ὑποδείξεις καλοπροαίρετες ἤ ἀκόμα καὶ κακόβουλες. Ὄχι ὅμως διὰ τοῦ τύπου. Θὰ ἐδεχόμην διὰ τοῦ τύπου κριτική, ἐφόσον εἶχα προβεῖ εἰς δημόσιαν παρουσίασιν τοῦ βιβλίου μου. Μήπως γνωρίζετε, ποῦ παρουσίασα τὸ βιβλίο μου; Ἐγὼ τουλάχιστον δὲν ἐνθυμοῦμαι νὰ ἔκανα ὁποιαδήποτε παρουσίασή του.
Μήπως μπορεῖτε νὰ μοῦ πεῖτε σὲ ποιὸ βιβλιοπωλεῖο πωλεῖται;
Ἔχω τὴν ἐντύπωσιν ὅτι δὲν κυκλοφορεῖ σὲ κανένα βιβλιοπωλεῖο.
Εὐχαριστῶ τὸν π. Μωϋσῆ, ποὺ μὲ ἔκρινε τόσο «δίκαια» καὶ «ἀντικειμενικὰ», γιὰ ἕνα βιβλίο, ποὺ ποτὲ δὲν παρουσίασα καὶ ποὺ δὲν κυκλοφόρησε εἰς τὸ ἐμπόριον οὔτε καὶ εἰς τοὺς κύκλους τῶν εὐλαβῶς ἡσυχαζόντων.
Ἀλήθεια, π. Μωϋσῆ, ὅταν ἐπιθυμεῖς νὰ διορθώσεις τὸ λάθος σὲ κάποιον ἀδελφό, τὸ κάνεις μέσα ἀπό τὴν ἀρθρογραφία καὶ μέσα ἀπό τό τάλαντο, πού σοῦ ἔδωσε ὁ Θεός; Τὸ δοθὲν σοι τάλαντο, Ἅγιε Γέροντα, σοῦ ἐδόθη ἀπό τὸν Θεόν, ὥστε νὰ οἰκοδομεῖς εἰς σωτηρίαν καὶ ὄχι νὰ σκανδαλίζεις καὶ νὰ ἀδικεῖς τοὺς ἀδελφούς σου.
Μὲ πολλὴ ἀγάπη ἀναμένω τὶς ἐπιπλήξεις σου ὄχι διὰ τοῦ τύπου, ἀλλά διὰ τῆς ἐν Χριστῷ ἀδελφικῆς κοινωνίας, τὴν ὁποία μὴ λησμονεῖς, ὅπως λησμόνησες καὶ ἔμενα, ποὺ δῆθεν δὲν μὲ γνώριζες. Καὶ ἐάν δὲν μὲ ἐγνώριζες, ἄς ἐρωτοῦσες τουλάχιστον νὰ μάθεις γιὰ ἔμενα ἀπό κοινοὺς φίλους ἤ ἀπό πρόσωπα τοῦ Ἁγίου Ὄρους.
Εὔχομαι ἀπό καρδίας, ὅπως ὁ Κύριος τῆς ἀγάπης νὰ φωτίσει τὸν γέροντα Μωϋσῆ, ὅπως ἀνανήψει ἀπό τὶς πρωτοφανεῖς, ἀστήρικτες αἰτιάσεις του, καί βέβαια ἡ ἱερωσύνη δέν εἶναι τέχνασμα, ἀλλά διακονία, μαρτυρία πίστεως, θυσία, τελείωση. Καί ὄχι μόνον δέν ἀδυνατεῖ ἡ ἱερωσύνη νά σηκώση τό ἀκάθαρτο, ἀλλά θεραπεύει καί ἀναπληρεῖ τά ὑστερήματα.
Ἀρχιμανδρίτης
Ἰωάννης Ἀ. Ἀρσενιάδης
(Πηγή: “Ορθόδοξος Τύπος” 28/1/2011)